Πάνω από το 1% του ΑΕΠ το ποσοστό δαπανών για Έρευνα & Ανάπτυξη το 2016 στην Ελλάδα

Ανακοινώθηκαν τα επίσημα τελικά στοιχεία του Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης
26.02.2018

Στο 1,01% διαμορφώθηκε το 2016 το ποσοστό των δαπανών Έρευνας & Ανάπτυξης (Ε&Α) επί του ΑΕΠ, υπερβαίνοντας για πρώτη φορά το κατώφλι του 1%,  σύμφωνα με τα τελικά στοιχεία που δημοσίευσε το Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης (ΕΚΤ) και έχουν αποσταλεί στη Eurostat. Η δημοσίευση των δεικτών (http://metrics.ekt.gr/el/node/352) εντάσσεται στο πλαίσιο της τακτικής παραγωγής και έκδοσης των επίσημων στατιστικών για την Έρευνα, Ανάπτυξη και Καινοτομία στην Ελλάδα, που πραγματοποιεί το ΕΚΤ, ως φορέας και εθνική αρχή του Ελληνικού Στατιστικού Συστήματος, με τη συνεργασία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής.

Οι δαπάνες για Ε&Α συνεχίζουν την αυξητική πορεία των τελευταίων ετών και το 2016 ανήλθαν σε 1.745,2 εκατ. ευρώ, το μεγαλύτερο μέχρι σήμερα ποσό δαπανών για Ε&Α στη χώρα. Αναλυτικότερα, οι δαπάνες Ε&Α το 2016 είναι αυξημένες κατά 50,4 εκατ. ευρώ σε σχέση με το 2015, ενώ σε σχέση με το 2011 η αύξηση ανέρχεται σε 363 εκατ. ευρώ.  

Αντίστοιχα, ο δείκτης "Ένταση Ε&Α", που εκφράζει τις δαπάνες Ε&Α ως ποσοστό του ΑΕΠ, διαμορφώθηκε στο 1,01% το 2016, από 0,97% το 2015 (και 0,67% το 2011). Με βάση τον δείκτη αυτό,  η Ελλάδα κατατάσσεται στην 19η θέση μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ28, βελτιώνοντας κατά 3 θέσεις την κατάταξή της σε σχέση με το 2015 και προσεγγίζοντας για πρώτη φορά χώρες όπως η Ιρλανδία και η Ισπανία. 

Σημαντική αύξηση δαπανών Ε&Α καταγράφεται στον επιχειρηματικό τομέα, στον οποίο πραγματοποιήθηκαν δαπάνες Ε&Α ύψους 740,4 εκατ. ευρώ. Οι δαπάνες αυτές είναι αυξημένες κατά 178,8 εκατ. ευρώ (αύξηση 31,8%) σε σχέση με το 2015. Για πρώτη φορά, ο τομέας των επιχειρήσεων έχει τη μεγαλύτερη συνεισφορά στον δείκτη "Ένταση Ε&Α" (0,43% του ΑΕΠ). Ακολουθεί ο τομέας της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, στον οποίο πραγματοποιήθηκαν δαπάνες 559,4 εκατ. ευρώ (0,32% του ΑΕΠ) και ο κρατικός τομέας στον οποίο πραγματοποιήθηκαν δαπάνες 438,8 εκατ. ευρώ (0,25% του ΑΕΠ). Ο τομέας των ιδιωτικών μη κερδοσκοπικών ιδρυμάτων έχει τη μικρότερη συνεισφορά (15,6 εκατ. ευρώ, 0,01% του ΑΕΠ).

Η μεγαλύτερη πηγή χρηματοδότησης Ε&Α για το 2016 παραμένει η κρατική χρηματοδότηση με 746,8 εκατ. ευρώ και μερίδιο 42,6% επί του συνόλου. Η κρατική χρηματοδότηση υποστηρίζει δραστηριότητες Ε&Α σε όλους τους τομείς εκτέλεσης Ε&Α και αποτελεί την κυριότερη πηγή χρηματοδότησης για την τριτοβάθμια εκπαίδευση και τον κρατικό τομέα. Επιμερίζοντας την κρατική χρηματοδότηση, σημαντική αύξηση καταγράφεται στα κονδύλια τα οποία διατέθηκαν από τον τακτικό προϋπολογισμό (κατά 104,8 εκατ. ευρώ σε σχέση με το 2015) και το εθνικό σκέλος του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (κατά 24,4 εκατ. ευρώ σε σχέση με το 2015). Οι διατεθείσες από το ΕΣΠΑ 2014-2020 κρατικές πιστώσεις συνέβαλαν σε μικρότερο βαθμό από τα προηγούμενα έτη, στη χρηματοδότηση δαπανών Ε&Α που πραγματοποιήθηκαν εντός του 2016.

Μεγάλη αύξηση καταγράφεται στη δεύτερη μεγαλύτερη πηγή χρηματοδότησης, τον επιχειρηματικό τομέα, ο οποίος χρηματοδοτεί με 705,5 εκατ. ευρώ (ποσοστό 40,2% του συνόλου) τις δραστηριότητες Ε&Α στη χώρα. Το μεγαλύτερο μέρος, 648,5 εκατ. ευρώ, επενδύεται σε Ε&Α που διενεργείται από τις ίδιες τις επιχειρήσεις, ενώ το υπόλοιπο ποσό χρηματοδοτεί δραστηριότητες Ε&Α στον τομέα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (40,8 εκατ. ευρώ), στον κρατικό τομέα (14,1 εκατ. ευρώ) και σε ιδιωτικά μη κερδοσκοπικά ιδρύματα (2,2 εκατ. ευρώ).

Η Ευρωπαϊκή Ένωση αποτελεί την τρίτη κατά σειρά πηγή χρηματοδότησης, χρηματοδότηση που καταγράφει αυξητική πορεία κατά τα τελευταία έτη, καθώς υλοποιείται ο Ορίζοντας 2020, το τρέχον Πρόγραμμα Πλαίσιο της ΕΕ για την Έρευνα και Καινοτομία. Το 2016 η ΕΕ χρηματοδότησε ερευνητικά έργα σε όλους τους τομείς με 208,5 εκατ. ευρώ (ποσοστό 12,0% του συνόλου), γεγονός που καταδεικνύει την υψηλή ανταγωνιστικότητα των ελληνικών φορέων.

Όσον αφορά το προσωπικό Ε&Α, παρά την αύξηση των δαπανών Ε&Α, το 2016 σημειώνεται υστέρηση σε όρους απασχόλησης. Ο αριθμός των Ισοδυνάμων Πλήρους Απασχόλησης (ΙΠΑ), που αποδίδουν "θέσεις" πλήρους απασχόλησης, μειώθηκε σε σχέση με το 2015, τόσο για το συνολικό προσωπικό σε Ε&Α όσο και για τους ερευνητές. Για το 2016, το συνολικό προσωπικό σε Ε&Α ανήλθε σε 41.789,8 ΙΠΑ και οι ερευνητές σε 29.403 ΙΠΑ.

Με βάση τα στοιχεία προσωπικού, ο δείκτης έντασης απασχόλησης σε Ε&Α, εκφρασμένος ως ποσοστό των ΙΠΑ στο σύνολο της απασχόλησης της χώρας, διαμορφώθηκε στο 1,16%, ποσοστό παρόμοιο με εκείνο της Πορτογαλίας και της Ιταλίας, ωστόσο κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο 1,34%. Ο αντίστοιχος δείκτης για τους ερευνητές ήταν 0,82% και η Ελλάδα βρίσκεται στην 14η θέση, προσεγγίζοντας τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (0,86%).

Τα στατιστικά στοιχεία και οι δείκτες για την Έρευνα, Ανάπτυξη και Καινοτομία στην Ελλάδα, τα οποία παράγονται και εκδίδονται από το ΕΚΤ, αποστέλλονται σε τακτική βάση στη Eurostat και τον ΟΟΣΑ. Η ανάλυση των στοιχείων και η εξαγωγή των σχετικών δεικτών δημοσιεύονται σε έντυπες και ηλεκτρονικές εκδόσεις του ΕΚΤ που διατίθενται στον δικτυακό τόπο http://metrics.ekt.gr.

Επικοινωνία για δημοσιογράφους
Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης
Μαργαρίτης Προέδρου, τηλ.: 210 7273966, e-mail: mproed@ekt.gr
http://www.ekt.gr 

Σχετικά με το Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης
Tο Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης (www.ekt.gr) λειτουργεί ως επιστημονική εγκατάσταση εθνικής χρήσης στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών. Ως εθνική υποδομή, το ΕΚΤ έχει θεσμικό ρόλο τη συλλογή, οργάνωση, διάθεση και διατήρηση του συνόλου της ελληνικής επιστημονικής, ερευνητικής και πολιτιστικής παραγωγής (περιεχόμενο και δεδομένα) και τη διάχυσή της, εντός και εκτός της χώρας. Παρέχει ευρεία πληροφόρηση για τα θέματα έρευνας & καινοτομίας, υποστηρίζει τη συμμετοχή ερευνητικών ομάδων σε εθνικά & ευρωπαϊκά προγράμματα, προωθεί την καινοτόμο επιχειρηματικότητα και την αξιοποίηση ερευνητικών αποτελεσμάτων. Είναι φορέας και εθνική αρχή του Ελληνικού Στατιστικού Συστήματος, αρμόδιος για την παραγωγή των επίσημων  στατιστικών & δεικτών για την έρευνα, την ανάπτυξη και την καινοτομία στην Ελλάδα. 

Το ΕΚΤ αναπτύσσει και λειτουργεί ηλεκτρονική υποδομή, με υψηλή επενδεδυμένη αξία και διαδικασίες, που εξυπηρετεί εθνικές πολιτικές, παρέχει προηγμένες ηλεκτρονικές υπηρεσίες σε πλήθος φορέων και χρηστών, και διασφαλίζει ανοικτή πρόσβαση σε έγκριτη γνώση σε οποιονδήποτε από οπουδήποτε.