Ευρωπαϊκή έρευνα επιβεβαιώνει τα πλεονεκτήματα των βιολογικών τροφίμων

Ορισμένα βιολογικά τρόφιμα, όπως φρούτα, λαχανικά και γάλα, είναι πιο θρεπτικά και περιέχουν μεγαλύτερες ποσότητες αντιοξειδωτικών σε σχέση με τα προϊόντα της συμβατικής γεωργίας, σύμφωνα με τα πρώτα αποτελέσματα σχετικής ευρωπαϊκής έρευνας που έγινε στο πλαίσιο του έργου Quality Low Input Food (QLIF), του μεγαλύτερου μέχρι σήμερα ερευνητικού έργου σχετικά με τα οφέλη των βιολογικών καλλιεργειών και τροφίμων.

Συγκεκριμένα, η έρευνα έδειξε ότι τα βιολογικά τρόφιμα περιέχουν μέχρι και 40% περισσότερα αντιοξειδωτικά, ουσίες που πιστεύεται ότι προστατεύουν από τις καρδιοπάθειες και τον καρκίνο. Ακόμη μεγαλύτερα ήταν τα ποσοστά αντιοξειδωτικών στο βιολογικό γάλα, όπου ανιχνεύθηκαν σε ποσότητα μέχρι και 60% μεγαλύτερη από το γάλα συμβατικής παραγωγής. Σύμφωνα με τον συντονιστή του έργου, Καθηγητή Carlo Leifert του Πανεπιστημίου του Newcastle στη Μ. Βρετανία, τα αποτελέσματα αυτά σημαίνουν ότι η διατροφή με βιολογικά προϊόντα ισοδυναμεί με την λήψη μιας επιπλέον μερίδας φρούτων και λαχανικών ημερησίως. 'Υπάρχουν πλέον επαρκή στοιχεία για τα πλεονεκτήματα των βιολογικών τροφίμων', είπε ο Καθηγητής Leifert, 'επομένως καλούμε τους αρμόδιους φορείς να αναγνωρίσουν δημόσια και επίσημα τα οφέλη της συστηματικής και καλά διοικούμενης βιολογικής καλλιέργειας'.

Στο πλαίσιο του τετραετούς έργου, ερευνητές του Πανεπιστημίου του Newcastle μεγάλωσαν βοοειδή και καλλιέργησαν φρούτα και λαχανικά, όπως λάχανα, μαρούλια, καρότα, πατάτες και σιτάρι, σε βιολογικά και συμβατικά αγροκτήματα σε όλη την Ευρώπη. Στη συνέχεια, προχώρησαν στη σύγκριση των προϊόντων ως προς τη γεύση και τη θρεπτική αξία.

Τα πορίσματα της έρευνας ανατρέπουν τη θέση του Food Standards Agency (FSA), του επίσημου φορέα ελέγχου τροφίμων της Μ. Βρετανίας, ότι 'οι καταναλωτές επιλέγουν βιολογικά τρόφιμα επειδή τα θεωρούν περισσότερο ασφαλή και θρεπτικά από τα υπόλοιπα τρόφιμα, ωστόσο δεν υπάρχουν μέχρι σήμερα επαρκή επιστημονικά στοιχεία που να αποδεικνύουν κάτι τέτοιο'. Σύμφωνα με έρευνες αγοράς, οι Ευρωπαίοι καταναλωτές θέλουν εύγευστα, ασφαλή, θρεπτικά και σε προσιτές τιμές τρόφιμα που δεν επιβαρύνουν το περιβάλλον. Οι βιολογικές 'low input' καλλιέργειες που αποφεύγουν τη χρήση συνθετικών εντομοκτόνων και λιπασμάτων, ανταποκρίνονται σε αυτά τα κριτήρια.

Το έργο Quality Low Input Food ξεκίνησε τον Μάρτιο του 2004, με χρηματοδότηση ύψους 18 εκ. ευρώ από το 6ο Πρόγραμμα Πλαίσιο της ΕΕ και με τη συμμετοχή 31 ερευνητικών κέντρων, εταιρειών και πανεπιστημίων από 15 χώρες. Το επόμενο βήμα, σύμφωνα με τον Καθηγητή Leifert, είναι η διερεύνηση των συγκεκριμένων μηχανισμών μέσω των οποίων οι βιολογικές μέθοδοι καλλιέργειας οδηγούν στην παραγωγή τροφίμων με τόσο υψηλές συγκεντρώσεις θρεπτικών στοιχείων. Τα τελικά πορίσματα του έργου αναμένεται να δημοσιευθούν μέσα στο 2008.