"H ώσμωση μεταξύ της Παιδείας και της Έρευνας αποτελεί αναγκαιότητα για τη διαμόρφωση της Οικονομίας της Γνώσης"

Κώστας Φωτάκης

Αναπληρωτής Υπουργός Έρευνας και Καινοτομίας

Τεύχος 103 | Μάρτιος 2016 - Μάιος 2016

Συνέντευξη

Η αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κρίσης στην επιστημονική έρευνα, η στήριξη νέων επιστημόνων & υποδομών και η χρηματοδότηση ερευνητικών προγραμμάτων σε Ερευνητικά Κέντρα και Πανεπιστήμια αποτελούν αντικείμενο συζητήσεων και πρωτοβουλιών που βρίσκονται σε εξέλιξη το τελευταίο διάστημα. Στη συνέντευξη που παραχώρησε στο "Καινοτομία, Έρευνα και Τεχνολογία" στον Μαργαρίτη Προέδρου, ο αναπληρωτής Υπουργός Έρευνας και Καινοτομίας Κώστας Φωτάκης παρουσιάζει τα βασικότερα σημεία του νέου νόμου για την Έρευνα και την Καινοτομία, ανακοινώνει τη θεσμοθέτηση του Ελληνικού Ιδρύματος Έρευνας & Καινοτομίας, και αναλύει τους δύο πυλώνες στους οποίους βασίζεται η ανάπτυξη της Οικονομίας της Γνώσης.

Έχετε συμπληρώσει ενάμιση περίπου χρόνο στη θέση του Αν. Υπουργού Έρευνας και Καινοτομίας. Στο διάστημα αυτό έχετε αναλάβει μια σειρά από πρωτοβουλίες, με πιο πρόσφατη την ψήφιση από τη Βουλή, στις 6 Μαΐου, του Νόμου 4386/2016 "Ρυθμίσεις για την έρευνα και άλλες διατάξεις". Θα μπορούσατε να μας αναφέρετε τα κύρια σημεία και τα θέματα που αντιμετωπίζει ο νέος Νόμος;

Ο νόμος για την Έρευνα που ψηφίστηκε πρόσφατα αποτελεί την πρώτη από τρεις νομοθετικές παρεμβάσεις που έχουμε σχεδιάσει για την υλοποίηση της πολιτικής μας για την Έρευνα και την Καινοτομία. Αυτή η πρώτη παρέμβαση, ο νόμος 4386/2016, αντιμετωπίζει, με εκτεταμένες τροποποιήσεις του προηγούμενου προβληματικού νόμου 4310/2014, άμεσα κι επείγοντα προβλήματα που σχετίζονται με την εύρυθμη λειτουργία των Ερευνητικών Κέντρων (ΕΚ) και βάζει τα θεμέλια για τα επόμενα νομοσχέδια.
Η δεύτερη νομοθετική παρέμβαση αφορά τη δημιουργία του Ελληνικού Ιδρύματος Έρευνας και Καινοτομίας (ΕΛΙΔΕΚ), το οποίο θα διαχειρίζεται τους πόρους ενός Ταμείου, αποκλειστικά εστιασμένου στη στήριξη της Έρευνας και της καινοτόμου επιχειρηματικότητας σε πρώιμο στάδιο. Το σχετικό νομοσχέδιο θα τεθεί σε διαβούλευση στο άμεσο μέλλον.
Τέλος, η διαμόρφωση ενός ολιστικού νόμου-Πλαισίου για την Έρευνα και την Καινοτομία, μετά από εκτεταμένη διαβούλευση των εμπλεκομένων φορέων αναμένεται να έχει ολοκληρωθεί μέχρι τα τέλη του χρόνου.
Χαρακτηριστικά αναφέρω ότι ο νέος νόμος για την Έρευνα, o 4386/2016, βελτιώνει τις εργασιακές σχέσεις του ερευνητικού προσωπικού των ΕΚ και δημιουργεί ευκαιρίες για τη δραστηριοποίηση νέων επιστημόνων στα ΕΚ και τα ΑΕΙ της χώρας. Παραδείγματα αποτελούν τα άρθρα του νόμου που επιτρέπουν τη δυνατότητα επιλογής της προτιμητέας εργασιακής σχέσης για την απασχόλησή νέων επιστημόνων σε ερευνητικά προγράμματα, και η δυνατότητα που δίνεται σε αυτούς να υποβάλλουν τις δικές τους ερευνητικές προτάσεις και, αν αυτές κριθούν θετικά, να είναι οι ίδιοι Επιστημονικοί Υπεύθυνοι για την υλοποίηση των ερευνητικών έργων που έχουν προτείνει. Με τον τρόπο αυτό τονώνεται η δημιουργικότητά τους και δημιουργούνται προοπτικές και ελκυστικές συνθήκες για να παραμείνουν και να εργαστούν ερευνητικά στη χώρα μας.
Επίσης, με τον νόμο αυτό αναμορφώνεται το διοικητικό μοντέλο των Ερευνητικών Κέντρων, κατά τρόπο που να ευνοείται η προσέλκυση καταξιωμένων επιστημόνων και ικανών διοικητικά διευθυντικών στελεχών, ενώ ταυτόχρονα διασφαλίζεται η δυνατότητα ελέγχου στην περίπτωση που υπάρξουν αυθαιρεσίες. Θεσπίζεται η αξιολόγηση των Διευθυντών στο μέσον της θητείας τους από το επιστημονικό, τεχνικό και διοικητικό προσωπικό, ώστε, αν αυτή είναι θετική, να ισχυροποιούνται οι επιλογές που έχουν κάνει και, αν υπάρχουν αστοχίες ή αδυναμίες, να λαμβάνονται έγκαιρα διορθωτικά μέτρα. Αναμορφώνονται τα Επιστημονικά Συμβούλια των Ινστιτούτων, ώστε να έχουν λόγο οι ερευνητές στη διαμόρφωση των επιστημονικών επιλογών και επιπλέον θεσπίζεται αντιπροσωπευτική συμμετοχή των ερευνητών κατά την εκλογή των Διευθυντών.
Θα ήθελα να αναφερθώ όμως και στην αναβάθμιση του ρόλου του Εθνικού Συμβουλίου Έρευνας και Καινοτομίας (ΕΣΕΚ) ως γνωμοδοτικού οργάνου της Πολιτείας, με τη λειτουργία δύο τμημάτων, το ένα με εστίαση στην Έρευνα και το άλλο στις Εφαρμογές και την Καινοτομία.

Όπως έχετε ανακοινώσει, το Υπουργείο σκοπεύει να θεσμοθετήσει το Ελληνικό Ίδρυμα Έρευνας & Καινοτομίας. Θα μπορούσατε να μας περιγράψετε συνοπτικά, τους στόχους, και το χρονοδιάγραμμα λειτουργίας του νέου φορέα; Πώς θα εντάσσεται στο υφιστάμενο Σύστημα Έρευνας και Καινοτομίας;

Ο νόμος για την ίδρυση του ΕΛΙΔΕΚ αποτελεί την απάντησή μας στις επιπτώσεις της κρίσης στην επιστημονική έρευνα, όπου, βέβαια, κυριαρχεί το φαινόμενο της φυγής νέων επιστημόνων στο εξωτερικό. Φιλοδοξία μας είναι το Ίδρυμα αυτό να αποτελέσει για τη χώρα μας κάτι αντίστοιχο με το NSF των ΗΠΑ ή το DFG της Γερμανίας. Θα διαχειρίζεται τους πόρους ενός Ταμείου που θα προέρχονται κατά 25% από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων και κατά 75% από δάνειο της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων που δίδεται με ιδιαίτερα ευνοϊκούς όρους. Ήδη μπορώ να επιβεβαιώσω ότι επίκειται η υπογραφή της σχετικής συμφωνίας μέσα στον Ιούλιο του 2016.
Σε πρώτη φάση, ξεκινώντας από το δεύτερο εξάμηνο του 2016, θα διατεθούν έως και το 2018 στα ΑΕΙ και τα ΕΚ της χώρας 240 εκ. ευρώ, αποκλειστικά για τη στήριξη νέων επιστημόνων, τον εμπλουτισμό του επιστημονικού εξοπλισμού και την υλοποίηση ερευνητικών προγραμμάτων αποκλειστικά σε Πανεπιστήμια, ΤΕΙ και ΕΚ της χώρας. Επισημαίνεται ότι οι πόροι αυτοί θα είναι πρόσθετοι εκείνων που είναι διαθέσιμοι από το ΕΣΠΑ 2014-2020 και όσων προέλθουν από τον Ορίζοντα 2020.
Σε δεύτερη φάση, το Ταμείο θα παρέχει από άλλους, πρόσθετους πόρους επιχορηγήσεις για τη στήριξη της καινοτομίας και της νεοφυούς επιχειρηματικότητας σε πρώιμο στάδιο. Η ύπαρξη αυτού του Ταμείου αναμένεται να υποβοηθήσει την αποστολή της Πολιτείας να διαμορφώσει μέσω της Γενικής Γραμματείας Έρευνας και Τεχνολογίας μία ουσιαστική Εθνική Στρατηγική για την Έρευνα χωρίς αποκλεισμούς θεματικών περιοχών και περιφερειακών ποσοστώσεων. Χαρακτηριστικά αναφέρω ότι θα μπορεί να στηριχθεί η Έρευνα στις Κοινωνικές και Ανθρωπιστικές Επιστήμες, κάτι που απουσιάζει από το ΕΣΠΑ. Θεωρώ ότι οι προοπτικές που διανοίγονται με τη δημιουργία του ΕΛΙΔΕΚ θα τονώσουν και θα απελευθερώσουν το ακαδημαϊκό και ερευνητικό δυναμικό της χώρας, ιδιαίτερα μέσα στις συνθήκες κρίσης που επικρατούν σήμερα.

Η δημιουργία Ενιαίου Χώρου Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης και Έρευνας αποτελεί αντικείμενο συζήτησης εδώ και αρκετό διάστημα και έναν από τους στόχους του Υπουργείου. Ήδη έχουν ανακοινωθεί δράσεις για τη συνεργασία ΑΕΙ και Ερευνητικών Κέντρων σε επίπεδο μεταπτυχιακών, διδακτορικών και ερευνητικών προγραμμάτων. Ποιες είναι οι πρωτοβουλίες και τα επόμενα βήματα προς αυτή την κατεύθυνση;

Η συζήτηση για τη δημιουργία του ενιαίου χώρου Έρευνας-Παιδείας βρίσκεται σε εξέλιξη, αφού η ώσμωση μεταξύ της Παιδείας και της Έρευνας αποτελεί αναγκαιότητα για τη διεύρυνση των πνευματικών οριζόντων της κοινωνίας και τη διαμόρφωση της Οικονομίας της Γνώσης. Προσωπικά, πιστεύω ότι στον πυρήνα αυτής της συζήτησης πρέπει να βρίσκεται η βέλτιστη αξιοποίηση του διαθέσιμου ανθρώπινου δυναμικού και των υποδομών των ΑΕΙ και των ΕΚ, ώστε να προκύπτει επιστημονική και οικονομική προστιθέμενη αξία. Κι αυτό με τη διατήρηση της διακριτής αποστολής των ΑΕΙ ως φορέων εκπαίδευσης και των ΕΚ ως φορέων για στοχευμένη έρευνα. Για να συμβεί αυτό, δεν αρκεί μια απλή διαχειριστική προσέγγιση με τη θέσπιση κανόνων, αλλά η ζύμωση για τη διαμόρφωση της κατάλληλης κουλτούρας και συναντίληψης.

Στο πλαίσιο του διαλόγου για την έρευνα στην Ελλάδα, έχει προταθεί η λειτουργία εικονικών ινστιτούτων (virtual institutes) με τη συμμετοχή ερευνητικών ομάδων από ΑΕΙ και Ερευνητικά Κέντρα. Ποια τα οφέλη από τη λειτουργία αυτών των ινστιτούτων και πώς θεωρείτε ότι μπορεί να εφαρμοστεί στην Ελλάδα;

Η ιδέα των virtual institutes ως μέσο δικτύωσης πρωτοεμφανίστηκε στην ΕΕ κατά την προετοιμασία του 6ου Προγράμματος Πλαισίου για την Έρευνα. Κατά τη γνώμη μου, είναι ενδιαφέρουσα, αλλά αυτή τη στιγμή δεν αποτελεί προτεραιότητα που θα επιφέρει οφέλη. Σήμερα, υπάρχουν πολλές δυνατότητες δικτύωσης κι αυτές έτσι και αλλιώς συμβαίνουν από τους ενεργούς ερευνητές με δική τους πρωτοβουλία. Προσωπικά, πιστεύω ότι στο στάδιο που βρισκόμαστε προέχει η άμεση και εκ του σύνεγγυς αλληλεπίδραση για την ανάπτυξη μιας συναντίληψης και ποιοτικής ερευνητικής κουλτούρας. Αυτό πολύ δύσκολα θα συμβεί στο πλαίσιο εικονικών δομών άνωθεν επιβαλλομένων.

Η Ανοικτή Πρόσβαση στα αποτελέσματα της έρευνας αποτελεί πλέον διεθνή πρακτική. Ποια είναι η στρατηγική του Υπουργείου για την ενίσχυση της Ανοικτής Πρόσβασης και της Ανοικτής Επιστήμης;

Η "ανοικτή πρόσβαση", τα "ανοικτά δεδομένα", η "ανοικτή καινοτομία", όλα τα "open" είναι ορολογίες που χρησιμοποιούνται εκτεταμένα αυτή την εποχή, αλλά χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή στον τρόπο υιοθέτησης αντίστοιχων πρακτικών. Στο περιβάλλον της παγκοσμιοποιημένης γνώσης που επικρατεί, τέτοιες πρακτικές μπορεί πράγματι να προσφέρουν ευκαιρίες. Ενέχουν όμως και τον κίνδυνο για παρενέργειες που θα αυξάνουν το χάσμα καινοτομίας μεταξύ διαφόρων χωρών και περιφερειών. Το φαινόμενο "innovate here-exploit elsewhere" είναι χαρακτηριστικό και αφορά ιδιαίτερα τη χώρα μας. Πέρα λοιπόν από την αναπαραγωγή ορολογιών της μόδας, χρειάζεται σοβαρή εμβάθυνση πριν από την εφαρμογή αντίστοιχων πολιτικών.

Τι είδους έρευνα νομίζετε ότι θα συνεισφέρει στη διαμόρφωση της Οικονομίας της Γνώσης και στη "μετάφρασή" της σε ανάπτυξη;

Η διαχείριση της κρίσης και των επιπτώσεων που έχει στην Έρευνα βρίσκεται στο επίκεντρο των προσπαθειών μας. Δεν μένουμε όμως μόνο εκεί. Αναλαμβάνουμε και πρωτοβουλίες που αφενός στηρίζουν με χαρακτήρα κατεπείγοντος αυτό που σήμερα υπάρχει, διανοίγοντας, ταυτόχρονα, και προοπτικές για την επόμενη ημέρα. Ο νόμος για την ίδρυση του ΕΛΙΔΕΚ και η διάθεση πρόσθετων πόρων για την Έρευνα από το ΕΛΙΔΕΚ και το Ταμείο αποτελεί μια τέτοια πρωτοβουλία. Φιλοδοξία μας είναι η Οικονομία της Γνώσης να αποτελέσει για τη χώρα μοχλό ανάπτυξης, δίπλα σε αυτούς του Πρωτογενή τομέα, της Ναυτιλίας και του Τουρισμού.
Πιστεύουμε ότι η ανάπτυξη της Οικονομίας της Γνώσης βασίζεται σε δύο πυλώνες. Ο ένας πυλώνας αφορά την έρευνα που αποσκοπεί στη στήριξη της οικονομίας που σήμερα υπάρχει, στην ικανοποίηση των αναγκών της αγοράς και στην αναβάθμιση των δυνατοτήτων απορρόφησης της Γνώσης από τις επιχειρήσεις. Ταυτόχρονα όμως, μεγάλη σημασία έχει και η στήριξη της υψηλής στάθμης έρευνας που προκύπτει ως αποτέλεσμα επιστημονικής περιέργειας και δεν συνδέεται με άμεσα ή προφανή "χρηστικά" αποτελέσματα. Αυτή είναι η έρευνα που, όπως έχει δειχθεί ιστορικά, μπορεί να οδηγήσει σε μεγάλες τομές, σε σημαντικές καινοτομίες και σε νέες πηγές πλούτου προς όφελος της κοινωνίας. Στην ερευνητική πολιτική που αναπτύσσουμε περιλαμβάνονται και οι δύο αυτές πτυχές ερευνητικής δραστηριότητας.

Πώς θα περιγράφατε συνοπτικά την ερευνητική πολιτική που διαμορφώνετε;

Συνοπτικά, η πολιτική μας για την Έρευνα μπορεί να περιγραφεί ως μία πολιτική δημιουργίας ευκαιριών και ταυτόχρονα ανάπτυξης ερευνητικών θυλάκων που θα εμπνέουν και θα ευνοούν τη μετεξέλιξη αυτών των ευκαιριών σε καλές επιστημονικές και καινοτομικές επιχειρηματικές ιδέες. Στην προσπάθεια αυτή κανείς δεν περισσεύει, αρκεί να διασφαλίζεται το στοιχείο της επιστημονικής ποιότητας, το οποίο αποτελεί προϋπόθεση επιτυχίας.

Διαβάστε τη συνέντευξη στο περιοδικό