Στόχος είναι το 2013 η ελληνική συμμετοχή να πλησιάσει σε μέσο όρο το 5% του προϋπολογισμού του 7ου ΠΠ

Χρήστος Βασιλάκος

Μόνιμη Εθνική Αντιπροσωπεία της Ελλάδας στην ΕΕ Σύμβουλος Έρευνας & Τεχνολογίας

Τεύχος 63 | Νοέ.-Δεκ. 2007

Συνέντευξη

Την ανταπόκριση των Ευρωπαίων ερευνητών στις πρώτες προσκλήσεις του 7ου Προγράμματος Πλαίσιο και τα προβλήματα που αντιμετώπισαν παρουσιάζει ο Δρ Χρήστος Βασιλάκος, Σύμβουλος Έρευνας & Τεχνολογίας στη Μόνιμη Εθνική Αντιπροσωπεία της Ελλάδας στην ΕΕ. Ο Δρ Βασιλάκος υπογραμμίζει πως η ελληνική συμμετοχή είναι ικανοποιητική σε επίπεδο υποβολής προτάσεων, αλλά και σε επίπεδο επιτυχίας, ενώ δίνει τη δική του «συνταγή επιτυχίας» για την ενίσχυση της παρουσίας της χώρας στον Ευρωπαϊκό Χώρο Έρευνας. Ως Εθνικός Εκπρόσωπος στο Ευρωπαϊκό Στρατηγικό Forum για τις Ερευνητικές Υποδομές, μας μιλά για την «υπέρβαση» της Ελλάδας που διεκδικήσει τη φιλοξενία του KM3NET (τηλεσκόπιο νετρίνων με όγκο ένα τουλάχιστον κυβικό χιλιόμετρο) και τη συμμετοχή της σε 14 από τις 35 προτάσεις των μεγάλης κλίμακας πανευρωπαϊκών ερευνητικών υποδομών. Σύμφωνα με τον Δρα Βασιλάκο, η Ευρώπη διαθέτει εξαιρετικό δυναμικό καινοτομίας και παράδοση σημαντικών εφευρέσεων, αλλά υστερεί στην καινοτομία έναντι των μεγάλων ανταγωνιστών ΗΠΑ και Ιαπωνίας, κυρίως λόγω των χαμηλότερων ιδιωτικών επενδύσεων και του κατακερματισμού της δημόσιας ερευνητικής βάσης. Όσον αφορά την Ελλάδα, στόχος είναι το 2013 η ελληνική συμμετοχή στο 7ο ΠΠ να πλησιάσει σε μέσο όρο το 5%, ενώ η εθνική χρηματοδότηση για την έρευνα θα πρέπει έως το 2015 να φθάσει το 1,5% του ΑΕΠ. Έτσι, βελτιωθεί σημαντικά η κατάσταση και θα διαμορφωθεί ένας Ελληνικός Χώρος Έρευνας & Καινοτομίας, ανταγωνιστικός των ευρωπαίων εταίρων μα

Το Δεκέμβριο ολοκληρώθηκε ο πρώτος χρόνος υλοποίησης του 7ου Προγράμματος Πλαίσιο. Επιχειρώντας έναν σύντομο απολογισμό, πώς ανταποκρίθηκαν οι Ευρωπαίοι ερευνητές στο νέο πρόγραμμα; Ποια ήταν τα κύρια προβλήματα και ποιες οι αντιδράσεις στα νέα προγράμματα και τους κανόνες συμμετοχής;

Η αντίδραση των Ευρωπαίων ερευνητών ήταν εξαιρετικά θετική σε όλες τις προσκλήσεις του 7ου ΠΠ, με αποκορύφωμα βέβαια τις προτάσεις που κατατέθηκαν στο Ειδικό Πρόγραμμα «Ιδέες» οι οποίες έφθασαν περίπου τις 9.400. Πρόκειται για γεγονός πρωτοφανές για τα ευρωπαϊκά δεδομένα, που ξεπέρασε κάθε προσδοκία τόσο των μελών του Επιστημονικού Συμβουλίου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Έρευνας (ERC), όσο και των υπαλλήλων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Δεδομένης της σωστής ενημέρωσης και της απλοποίησης των διαδικασιών, δεν έχουν εντοπιστεί σημαντικά προβλήματα στην εφαρμογή των νέων κανόνων συμμετοχής στο 7ο ΠΠ, με εξαίρεση ορισμένα ζητήματα όπως οι αρχές που διέπουν τα Δικαιώματα Διανοητικής Ιδιοκτησίας, και τα Συμφωνητικά των Κοινοπραξιών. Τα οποιαδήποτε προβλήματα ελπίζουμε πως θα λυθούν στη συνέχεια, ενώ σημαντικές συστάσεις για την εξορθολογισμένη λειτουργία και απλούστευση αναμένεται να δώσει και η ενδιάμεση αναθεώρηση έως το 2010.

Υπήρξαν όμως αρκετές αντιδράσεις, και σε ελληνικό επίπεδο, για τις αξιολογήσεις των προτάσεων και κατατέθηκε μεγάλος αριθμός αιτήσεων για επαναξιολόγηση (redress). Προσωπικά είδα αρκετές περιπτώσεις αξιολογήσεων, όπου οι απόψεις των αξιολογητών ήταν αντιδιαμετρικά αντίθετες και παρόλα αυτά η Επιτροπή δεν έδειξε την ανάλογη ευαισθησία. Ως Ελληνική Αντιπροσωπεία διαμαρτυρηθήκαμε έντονα σε κάποιες περιπτώσεις, όπως έπραξαν και άλλα κράτη-μέλη. Θεωρώ ότι η Επιτροπή, παρόλο που σε ελάχιστες περιπτώσεις έκανε αποδεκτές τις αιτήσεις, πήρε ένα μήνυμα και πιστεύω πως στις επόμενες αξιολογήσεις θα υπάρξουν λιγότερα κρούσματα.

Ποια ήταν η ελληνική συμμετοχή στις πρώτες προκηρύξεις του 7ου ΠΠ; Ποια προγράμματα ήταν πιο δημοφιλή; Ποια είναι τα χαρακτηριστικά των ελληνικών οργανισμών που πρωταγωνιστούν στο 7ο ΠΠ;

Από μία γενική αποτίμηση που έχω κάνει με τα μέχρι στιγμής δεδομένα από τους Εθνικούς Εκπροσώπους, θεωρώ ότι η ελληνική συμμετοχή είναι πολύ ικανοποιητική σε επίπεδο υποβολής προτάσεων και αρκετά ικανοποιητική σε επίπεδο επιτυχίας. Πιο δημοφιλή θεωρώ τα προγράμματα «Τεχνολογίες Πληροφορίες και Επικοινωνιών» (ICT, Information and Communication Technologies), όπου κατατέθηκαν συνολικά περίπου 658 προτάσεις με ελληνική συμμετοχή και το ποσοστό κοινοτικής χρηματοδότησης έφθασε το 4,79% του προϋπολογισμού του προγράμματος, και το Ειδικό Πρόγραμμα «Ιδέες», όπου κατατέθηκαν 339 προτάσεις στην πρώτη προκήρυξη για νέους ερευνητές και πέρασαν στο δεύτερο στάδιο 11 προτάσεις, ήτοι 3,24% του συνόλου των επιτυχών προτάσεων.

Επίσης στα προγράμματα Νανοτεχνολογίας και Ενέργειας είχαμε σημαντικά ποσοστά επιτυχίας, στη νέα θεματική περιοχή «Διάστημα» το 42% των ελληνικών προτάσεων που υποβλήθηκαν ήταν επιτυχείς, ενώ στις δράσεις του Ειδικού Προγράμματος «Ικανότητες» σημειώσαμε εξαιρετική επιτυχία τόσο σε επίπεδο επιτυχίας προτάσεων, όσο και χρηματοδότησης, η οποία έφθασε σε μέσο όρο το 6% του σχετικού κοινοτικού προϋπολογισμού. Στο πρόγραμμα «Υγεία» σημειώθηκε σημαντική άνοδος της ελληνικής συμμετοχής αλλά και επιτυχία σε προτάσεις. Στη θεματική περιοχή «Τρόφιμα, Γεωργία, Βιοτεχνολογία», η ελληνική χρηματοδότηση φθάνει το 35% της συνολικής χρηματοδότησης που έλαβε η Ελλάδα στο 6ο ΠΠ στον αντίστοιχο τομέα.

Οι φορείς που συμμετείχαν είναι τα πανεπιστήμια (~40%), τα ερευνητικά κέντρα (~30%) και άλλοι δημόσιοι (νοσοκομεία, περιφέρειες) και ιδιωτικοί φορείς (βιομηχανία, ΜΜΕ) σε ποσοστό περίπου 30%. Στο σημείο αυτό θα ήθελα να τονίσω τη μεγάλη συμμετοχή των ερευνητικών κέντρων σε σχέση με τα πανεπιστήμια, η οποία είναι δυσανάλογη του μεγέθους τους. Υπήρξαν και περιπτώσεις, όπως στο πρόγραμμα «Υγεία», τα ερευνητικά κέντρα ξεπέρασαν τα πανεπιστήμια στην επιτυχία προτάσεων (45,5% έναντι 36,4%).

Υπάρχει “συνταγή επιτυχίας” για την ενίσχυση της συμμετοχής την Ελλάδας στα ανταγωνιστικά προγράμματα της ΕΕ;

Η «συνταγή επιτυχίας» για την ενίσχυση της συμμετοχής της χώρας μας στα ανταγωνιστικά προγράμματα του 7ου ΠΠ είναι η διαρκής και αξιόπιστη ενημέρωση της επιστημονικής και ερευνητικής κοινότητας, των ΜΜΕ και άλλων ενδιαφερόμενων φορέων, η κατά το δυνατόν υποστήριξη των συμμετεχόντων σε διοικητικά και λογιστικά ζητήματα από τους φορείς τους, η αυξημένη συμμετοχή σε εθνικό επίπεδο σε μεγάλα έργα του Ευρωπαϊκού Χώρου Έρευνας (Πανευρωπαϊκές Ερευνητικές Υποδομές, Κοινές Τεχνολογικές Πρωτοβουλίες, Πρωτοβουλίες με βάση το Άρθρο 169) και πάνω απ’ όλα η στήριξη από την Πολιτεία με την ενίσχυση του εθνικού συστήματος Έρευνας, Τεχνολογικής Ανάπτυξης και Καινοτομίας.

Στο σημείο αυτό μου δίνεται η ευκαιρία να σας διαβεβαιώσω ότι, τόσο η σωστή ενημέρωση και διάχυση της πληροφορίας, όσο και η ενίσχυση του εθνικού συστήματος έρευνας αποτελούν βασικές προτεραιότητες της Γενικής Γραμματείας Έρευνας και Τεχνολογίας του Υπουργείου Ανάπτυξης και τα αποτελέσματα έχουν ήδη αρχίσει να διαφαίνονται στον ορίζοντα. Μην ξεχνάτε άλλωστε ότι στόχος μας είναι, το 2013 που θα ολοκληρώνεται το 7ο ΠΠ, η ελληνική συμμετοχή να πλησιάσει σε μέσο όρο το 5% και ήδη από τον πρώτο χρόνο του ΠΠ πλησιάζουμε το 3,6%.

Ως Εθνικός Εκπρόσωπος στο Ευρωπαϊκό Στρατηγικό Forum για τις Ερευνητικές Υποδομές (ESFRI), πώς θα αξιολογούσατε τη συμμετοχή της Ελλάδας στον Ευρωπαϊκό Οδικό Χάρτη των Ερευνητικών Υποδομών; Πώς μπορούν να συμβάλουν οι υποδομές αυτές στην ανάπτυξη της ελληνικής έρευνας; Τι μέτρα απαιτούνται για την αξιοποίησή τους;

Όσον αφορά τον Ευρωπαϊκό Οδικό Χάρτη Ερευνητικών Υποδομών, η Ελλάδα διεκδικεί να φιλοξενήσει στο χώρο της μία (1) από τις τριάντα πέντε (35) προτάσεις και συγκεκριμένα το KM3NET (τηλεσκόπιο νετρίνων με όγκο ένα τουλάχιστον κυβικό χιλιόμετρο) για το οποίο υπάρχει ήδη ειλημμένη απόφαση της Ελληνικής Κυβέρνησης να το υποστηρίξουμε και να διαπραγματευτούμε την εγκατάστασή του στον ελληνικό χώρο. Πέραν όμως αυτού, η Ελλάδα έκανε την «υπέρβαση» και δήλωσε συμμετοχή σε 14 από τις 35 προτάσεις των μεγάλης κλίμακας πανευρωπαϊκών ερευνητικών υποδομών και έχει ήδη συμμετάσχει στις αντίστοιχες κοινοπραξίες που χρηματοδοτήθηκαν στην πρώτη φάση της μελέτης κατασκευής από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Ήδη έχει γίνει η πανηγυρική έναρξη του XFEL (European X-Ray Laser Project) στο Αμβούργο, με τη συμμετοχή της Ελλάδας και, τις επόμενες μέρες, πρόκειται να εγκαινιαστεί στο Παρίσι το ELI (The Extreme Light Infrastructure), στο οποίο η Ελλάδα, και συγκεκριμένα το Ίδρυμα Τεχνολογίας και Έρευνας, έχει προεξάρχοντα ρόλο και διεκδικεί «δορυφορική υποδομή».

Φιλοδοξούμε και έχουμε στόχο, στο πλαίσιο κάθε τέτοιας πρότασης, να δημιουργηθεί η αντίστοιχη «ελληνική πλατφόρμα» η οποία θα συγκεντρώσει τις δυνάμεις και τα ενδιαφέροντα των ελληνικών ερευνητικών ομάδων. Σχετική προκήρυξη αναμένεται να δημοσιευθεί σύντομα από τη ΓΓΕΤ. Η συμμετοχή της χώρας μας σε αυτές τις υποδομές θα έχει ασφαλώς σημαντικό θετικό αντίκτυπο στον ελληνικό χώρο έρευνας, καθώς θα βοηθήσει τους Έλληνες επιστήμονες και ερευνητές να έχουν πρόσβαση σε μεγάλες ερευνητικές υποδομές, να δικτυωθούν με άλλους Ευρωπαίους συναδέλφους και, σε ορισμένες περιπτώσεις, να δημιουργηθούν «δορυφορικές υποδομές» στην Ελλάδα. Επιπλέον αυξάνει σημαντικά την προβολή της χώρας μας στην ευρωπαϊκή επιστημονική κοινότητα, ενώ προωθεί τις δυνατότητες των Ελλήνων επιστημόνων. Για την αξιοποίηση αυτού του εγχειρήματος θα πρέπει, όπως ανέφερα και παραπάνω, να δημιουργηθούν τα αντίστοιχα «ελληνικά δίκτυα», ή αν θέλετε «πλατφόρμες», ώστε να υπάρξει η κατάλληλη κρίσιμη μάζα επιστημόνων και ερευνητών που θα δικαιολογήσει τη συμμετοχή της χώρας μας σε εθνικό επίπεδο σε αυτές τις υποδομές.

Εκτός από Σύμβουλος Έρευνας και Τεχνολογίας στη Μόνιμη Εθνική Αντιπροσωπεία της Ελλάδας στην ΕΕ, είστε και ο ίδιος ερευνητής στο Εθνικό Κέντρο Έρευνας Φυσικών Επιστημών «Δημόκριτος». Ποια θεωρείτε τα σημαντικότερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι Έλληνες ερευνητές, σε σχέση με τους υπόλοιπους Ευρωπαίους; Ποια είναι τα δυνατά σημεία της ελληνικής έρευνας;

Ένα σημαντικό πρόβλημα που είχα εντοπίσει από τον πρώτο καιρό παρουσίας μου στις Βρυξέλλες είναι η έλλειψη ενημέρωσης και η ευρεία διάχυση της πληροφορίας, πράγματα για τα οποία έχω ιδιαίτερη ευαισθησία όσον αφορά την εφαρμογή τους. Στο πλαίσιο αυτό, σας θυμίζω ότι με την υιοθέτηση του 7ου ΠΠ από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και Κοινοβούλιο, το 2006, ξεκίνησε μία εκστρατεία ενημέρωσης υπό την αιγίδα της ΓΓΕΤ και με τη σημαντική βοήθεια τόσο των Εθνικών Εκπροσώπων στις Επιτροπές του 7ου ΠΠ, όσο και των Εθνικών Σημείων Επαφής, καλύπτοντας γεωγραφικά όλη την Ελλάδα. Η διαρκής και πολυδιάστατη ενημέρωση σας διαβεβαιώνω ότι θα συνεχιστεί καθ’ όλη τη διάρκεια του 7ου ΠΠ.

Επιπλέον, σημαντικά προβλήματα εντοπίζονται σε εργαστηριακές αλλά και υλικοτεχνικές υποδομές, γεγονός το οποίο σε πολλές περιπτώσεις φέρνει σε μειονεκτική θέση τις ελληνικές ερευνητικές ομάδες σε σχέση με τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές. Τα τελευταία τρία χρόνια έχω επισκεφθεί πλήθος ερευνητικών κέντρων και υποδομών σε πολλά κράτη-μέλη, και έχω διαπιστώσει τις δικές μας αδυναμίες. Για αυτό πιστεύω ότι ένα από τα βασικά σημεία της προσεχούς εθνικής χρηματοδότησης θα πρέπει να εστιαστεί σε υποδομές που θα βοηθήσουν τα ελληνικά εργαστήρια να είναι πιο ανταγωνιστικά στον ευρωπαϊκό χώρο. Βέβαια υπάρχουν και περιπτώσεις εργαστηρίων, ειδικότερα σε νεότερα ερευνητικά κέντρα, που είναι εφάμιλλες ή και πολύ καλύτερες άλλων ευρωπαϊκών, αλλά δυστυχώς αυτά είναι λίγα σε σχέση με το γενικό σύνολο.

Από την άλλη πλευρά, θεωρώ σημαντικό πλεονέκτημα το εθνικό ανθρώπινο δυναμικό που σε πολλές περιπτώσεις ξεπερνάει σε ποιότητα έργου και πλούτο σκέψης ανταγωνιστές μας από τον ευρωπαϊκό χώρο. Για αυτό, η Πολιτεία θα πρέπει να επενδύσει σημαντικά σε αυτό το δυναμικό και να συμβάλει στην ανάδειξη του έργου και του ρόλου του Έλληνα ερευνητή.

Ποιες είναι οι προτεραιότητες της ΕΕ για την έρευνα τα επόμενα χρόνια; Ποια είναι τα δυνατά/αδύνατα σημεία της Ευρώπης σε σχέση με τις ΗΠΑ, την Ιαπωνία και την ανερχόμενη Κίνα;

Η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται στη διαδικασία αναθεώρησης του Ευρωπαϊκού Χώρου Έρευνας προκειμένου να αναδείξει νέες προτεραιότητες και να θέσει νέα στρατηγική για την Έρευνα και Καινοτομία. Προς το παρόν κινούμαστε στην τροχιά υλοποίησης της στρατηγικής της Λισαβόνας για Ανάπτυξη και Απασχόληση, με την προοπτική οι δαπάνες για την Έρευνα και την Ανάπτυξη να φθάσουν το 2010 το 3% του ΑΕΠ της ΕΕ. Θα ήθελα να σημειώσω, μεταξύ άλλων, μία βασική προτεραιότητα που είναι η υλοποίηση της Ευρωπαϊκής Διαστημικής Πολιτικής όπως αυτή υιοθετήθηκε από το Συμβούλιο Υπουργών το 2007.

Το σημαντικότερο όμως γεγονός του τελευταίου καιρού είναι οι αποφάσεις του Συμβουλίου Ανταγωνιστικότητας της ΕΕ στις 23η Νοεμβρίου 2007, η οποία χαρακτηρίσθηκε ως μια «ιστορική μέρα» για την Έρευνα στην Ευρώπη: συμφωνήθηκαν οι τέσσερις μεγάλες Κοινές Τεχνολογικές Πρωτοβουλίες (ARTEMIS, ENIAC, CLEAN SKY, INNOVATIVE MEDICINES), το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Τεχνολογίας & Καινοτομίας (ΕΙΤ) και η πρωτοβουλία με βάση το Άρθρο 169 (Ambient Assisted Living), τα οποία, μαζί με τα υπόλοιπα (FUEL CELLS and HYDROGEN και EUROSTARS) που θα εγκριθούν σύντομα, αναμένεται να σηματοδοτήσουν τις ερευνητικές προσπάθειες της Ευρώπης για τα επόμενα χρόνια. Το μελλοντικό ΕΙΤ μπορεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στη δημιουργία «Κοινοτήτων Γνώσης και Καινοτομίας» παγκοσμίου κύρους.

Η υστέρηση της Ευρώπης έναντι των μεγάλων ανταγωνιστών, ΗΠΑ και Ιαπωνίας, εστιάζεται κυρίως στην παραγωγή της καινοτομίας. Είναι αυτό που αποκαλούμε ευρωπαϊκό παράδοξο («the European paradox»), σύμφωνα με το οποίο η Ευρώπη διαθέτει εξαιρετικό δυναμικό καινοτομίας, παράδοση σημαντικών εφευρέσεων και πλούτο δημιουργικών ανθρώπων που μπορούν να οικοδομήσουν στην πολιτιστική ποικιλομορφία της. Ωστόσο, οι επιδόσεις της ΕΕ στην καινοτομία εξακολουθούν να είναι χαμηλότερες σε σχέση με εκείνες των βασικών ανταγωνιστών της, παρά το γεγονός ότι οι οικονομίες ορισμένων κρατών μελών είναι μεταξύ των πλέον καινοτόμων στον κόσμο.

Ένα άλλο μειονέκτημα είναι ότι οι επενδύσεις της Ευρώπης στην Ε&Α είναι σαφώς μικρότερες από εκείνες άλλων βιομηχανικών χωρών. Ο κατακερματισμός της δημόσιας ερευνητικής βάσης εμποδίζει την Ευρώπη να αξιοποιήσει πλήρως το δυναμικό της στους τομείς της έρευνας και της καινοτομίας, με τεράστιο κόστος για τους Ευρωπαίους ως φορολογούμενους, καταναλωτές και πολίτες. Επιπλέον καθιστά την Ευρώπη λιγότερο ελκυστική για όσες επιχειρήσεις επιθυμούν να επενδύσουν στην Ε&Α. Από την άλλη πλευρά, οι βασικοί ανταγωνιστές της εμφανίζουν εξαιρετικές επιδόσεις στην καινοτομία, οι οποίες, μεταξύ άλλων, προέρχονται και από τις σημαντικά μεγαλύτερες επενδύσεις στην Ε&Α και, κυρίως, από πλευράς ιδιωτικού τομέα, μέσα σε ένα περιβάλλον που ευνοεί τον ανταγωνισμό και την επιχειρηματικότητα και είναι φιλικό προς την καινοτομία.

Το εκπαιδευτικό σύστημα στην Ευρώπη παραμένει επίσης κατακερματισμένο και τα πανεπιστήμια δεν συνεργάζονται επαρκώς μεταξύ τους. Αντίθετα, στις ΗΠΑ και την Ιαπωνία, πολλές επιτυχείς καινοτομίες έχουν προκύψει από την στενή συνεργασία μεταξύ του ακαδημαϊκού τομέα και των επιχειρήσεων. Για παράδειγμα, η Κίνα, όπως ήδη γνωρίζετε, αποτελεί μια σημαντικά ανερχόμενη δύναμη με ρυθμούς ανάπτυξης που φθάνουν το 9% και προβλέπεται ότι το 2010 θα έχει ξεπεράσει το 3% του ΑΕΠ σε δαπάνες για Ε&Α.

Κάτι ανάλογο με την Ευρώπη ισχύει και στην Ελλάδα, η οποία παρόλο που διαθέτει εξαιρετικό ανθρώπινο δυναμικό, με πολύ αξιόλογο πλούτο γνώσεων και δυνατότητες καινοτομίας, υστερεί στις επιδόσεις. Ελπίζω όμως πως, αφενός, με την εφαρμογή της εθνικής πολιτικής για την έρευνα, η οποία σε μεγάλο βαθμό αντικατοπτρίζεται και μέσα από το νέο νόμο Έρευνας που αναμένεται να κατατεθεί σύντομα στη Βουλή, και, αφετέρου, με την αύξηση της εθνικής χρηματοδότησης, η οποία θα πρέπει έως το 2015 να φθάσει το 1,5% του ΑΕΠ, θα βελτιωθεί σημαντικά η κατάσταση και θα διαμορφωθεί ένας Ελληνικός Χώρος Έρευνας & Καινοτομίας, ανταγωνιστικός των ευρωπαίων εταίρων μας, και ικανός να συμβάλει τα μέγιστα στην αναπτυξιακή πορεία της χώρας μας.

http://cordis.europa.eu/greece/interviews_new36.htm