Η Ανοικτή Πρόσβαση στα Ερευνητικά Δεδομένα ως Μοχλός για την Ανοικτή Επιστήμη

Σε αυτό το αφιέρωμα:

Η Επιστήμη σε Μετάβαση: Ανοικτή Επιστήμη και Ανοικτή Πρόσβαση στα ερευνητικά δεδομένα

4o Διεθνές Συνέδριο "Ανοικτή Πρόσβαση@ΕΚΤ" στο πλαίσιο του RECODE

Οι 10 Γενικές Συστάσεις Πολιτικής του RECODE για την Ανοικτή Πρόσβαση στα Ερευνητικά Δεδομένα

Το ΕΚΤ και τα Ανοικτά Ερευνητικά Δεδομένα

Πώς επηρεάζουν οι αλλαγές στις ψηφιακές τεχνολογίες τον τρόπο διεξαγωγής της έρευνας; Τι συνεπάγεται η μετάβαση στο νέο παράδειγμα της Ανοικτής Επιστήμης και ποια τα οφέλη τόσο σε επίπεδο κοινωνίας όσο και οικονομίας; Ποιοι είναι οι κυριότεροι φορείς που μετέχουν και πώς συμβάλουν στην προώθηση της Ανοικτής Επιστήμης; Τι συνεπάγονται οι προαναφερόμενες εξελίξεις για την Ανοικτή Πρόσβαση στα ερευνητικά δεδομένα; Τέλος, πώς ανταποκρίνεται το Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης (ΕΚΤ) στο μεταβαλλόμενο αυτό περιβάλλον;
Το παρόν αφιέρωμα διερευνά τα παραπάνω ερωτήματα μέσω, αρχικά, της παρουσίασης της έννοιας της Ανοικτής Επιστήμης, των προσπαθειών καλύτερης κατανόησης των δυνατοτήτων που αυτή προσφέρει, καθώς και των δυνατοτήτων διαμόρφωσης πολιτικής, όπως αποτυπώνονται στην πρόσφατη διαβούλευση που διεξήγαγε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την Ανοικτή Επιστήμη.
Παρουσιάζει τα βασικά θέματα που συζητήθηκαν αναφορικά με την παροχή Ανοικτής Πρόσβασης στα ερευνητικά δεδομένα στη διάρκεια του Διεθνούς Συνεδρίου που διεξήχθη από το ΕΚΤ στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού έργου RECODE και έχοντας ως κεντρικό άξονα τις προτάσεις πολιτικής για την Ανοικτή Πρόσβαση στα ερευνητικά δεδομένα, όπως αυτές διαμορφώθηκαν από το RECODE.
Το αφιέρωμα ολοκληρώνεται με την παρουσίαση του τρόπου συμβολής του ΕΚΤ στην προώθηση της Ανοικτής Πρόσβασης στα ερευνητικά δεδομένα μέσω της συμμετοχής του σε ευρωπαϊκά έργα που υποστηρίζουν τις ευρωπαϊκές και εθνικές προσπάθειες διαμόρφωσης πολιτικών για την Ανοικτή Πρόσβαση στα ερευνητικά δεδομένα, τις δράσεις ενημέρωσης-ευαισθητοποίησης, την υποστήριξη των Εθνικών Σημείων Επαφής για τον Ορίζοντα 2020 σε θέματα Ανοικτής Πρόσβασης.

Η Επιστήμη σε Μετάβαση: Ανοικτή Επιστήμη και Ανοικτή Πρόσβαση στα ερευνητικά δεδομένα

Η παρατηρούμενη συστημική αλλαγή στον τρόπο διεξαγωγής της έρευνας και στην οργάνωση της επιστήμης καθίσταται δυνατή χάρη στις ψηφιακές τεχνολογίες. Εκκινείται από την παγκοσμιοποίηση της επιστημονικής κοινότητας, καθώς και από τις αυξανόμενες κοινωνικές απαιτήσεις για την αντιμετώπιση των μεγάλων προκλήσεων της εποχής μας (κλιματική αλλαγή, έλλειψη τροφίμων κ.λπ.). Η μετάβαση στο νέο αυτό παράδειγμα περιγράφεται μέσα από όρους όπως "Ανοικτή Επιστήμη" και "Επιστήμη 2.0".

Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στο κείμενο τεκμηρίωσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την ανοικτή διαβούλευση με θέμα "Επιστήμη 2.0: Επιστήμη σε Μετάβαση", η Επιστήμη 2.0 προτάσσει μια ολιστική προσέγγιση και ως εκ τούτου συνιστά κάτι πολύ περισσότερο από την Ανοικτή Πρόσβαση η οποία είναι ένα από τα χαρακτηριστικά της.

Η Ανοικτή Επιστήμη περιλαμβάνει την αύξηση της επιστημονικής παραγωγής, η οποία με τη σειρά της περιλαμβάνει την Ανοικτή Πρόσβαση στην επιστημονική πληροφορία (επιστημονικές δημοσιεύσεις και επιστημονικά δεδομένα, καθώς και μονογραφίες, πρακτικά συνεδρίων, διατριβές, γκρίζα βιβλιογραφία), ένα νέο τρόπο διεξαγωγής έρευνας (έρευνα εντάσεως δεδομένων, καθώς το 52% των ερευνητών χρησιμοποιεί σύνολα δεδομένων μεγαλύτερα του 1 Gigabyte), καθώς και την αύξηση του αριθμού των φορέων που δραστηριοποιούνται στον τομέα της Ανοικτής Επιστήμης.

Αναφορικά με τα ερευνητικά δεδομένα, οι εξελίξεις αυτές έχουν πλέον καταστήσει δυνατή τη δωρεάν (ή με πολύ χαμηλό κόστος) πρόσβαση, χρήση και επαναχρησιμοποίηση ερευνητικών και επιστημονικών δεδομένων (είτε πρωτογενών δεδομένων είτε δημοσιεύσεων βασισμένων σε αυτά), επιταχύνοντας σημαντικά τη μεταφορά γνώσης και ανοίγοντας νέους δρόμους συνεργασίας και ανάπτυξης νέων ερευνητικών πεδίων.

Τα οφέλη της Ανοικτής Επιστήμης εξηγούν το σκεπτικό για την υποστήριξη της, τόσο από πλευράς πολιτικής όσο και από οικονομικής. Η ευκολότερη πρόσβαση στην επιστημονική πληροφορία μπορεί να βελτιώσει την αποτελεσματικότητα και να αυξήσει τον ρυθμό παραγωγής του επιστημονικού και ερευνητικού συστήματος.

Ο τρόπος με τον οποίο επιτυγχάνονται αυτά τα αποτελέσματα είναι: α) με τη μείωση του κόστους επικάλυψης στη συλλογή, δημιουργία, μεταφορά και επαναχρησιμοποίηση δεδομένων και επιστημονικού υλικού, β) με την επαναχρησιμοποίηση των δεδομένων για τη διεξαγωγή περαιτέρω έρευνας και γ) με τον πολλαπλασιασμό των ευκαιριών για εγχώρια και παγκόσμια συμμετοχή στην ερευνητική διαδικασία.

Επιπλέον, η αυξημένη πρόσβαση σε ερευνητικά αποτελέσματα (είτε με τη μορφή δημοσιεύσεων είτε ως δεδομένα) μπορεί να προωθήσει επίσης την ανάπτυξη συστημάτων καινοτομίας.

Η Ανοικτή Πρόσβαση σε δημοσιεύσεις και δεδομένα επιτρέπει, για παράδειγμα, σε εταιρείες και ιδιώτες την χρήση και επαναχρησιμοποίηση των ερευνητικών αποτελεσμάτων για την παραγωγή νέων προϊόντων και την ανάπτυξη νέων υπηρεσιών. Ειδικότερα σε σχέση με τα δεδομένα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτιμά ότι η πρόσβαση σε μεγάλα και ανοικτά δεδομένα θα οδηγήσει σε αύξηση κατά 1,9% του ΑΕΠ της ΕΕ/28 έως το 2020.

Παρά τα σημαντικά δυνητικά οφέλη και τα πλεονεκτήματα της Ανοικτής Επιστήμης, παραμένουν σημαντικά εμπόδια στην επικράτηση των αρχών της. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται ζητήματα ορισμών (καθώς υπάρχει σύγχυση της επιστημονικής κοινότητας γύρω από όρους όπως "free", "gratis" και "libre" Ανοικτή Πρόσβαση), εμπόδια που σχετίζονται με τον προσδιορισμό της κυριότητας συνόλων ερευνητικών δεδομένων (data sets) μεγάλης κλίμακας, καθώς και ζητήματα εμπιστευτικότητας, προστασίας της ιδιωτικής ζωής ή/και ασφάλειας.

Επίσης, ο αργός ρυθμός προσαρμογής του επιστημονικού εκδοτικού κόσμου, η έλλειψη κινήτρων για την ακαδημαϊκή κοινότητα, η εξάρτηση των αξιολογήσεων των πανεπιστημίων και ερευνητικών κέντρων μόνον από διδακτικούς και βιβλιομετρικούς δείκτες (χωρίς να λαμβάνεται υπόψη ο διαμοιρασμός αποτελεσμάτων πριν και μετά την έκδοση), καθώς και οι υποδομές και δεξιότητες που απαιτούνται για την ανάπτυξη της Ανοικτής Επιστήμης λειτουργούν πολλές φορές ως ανασταλτικοί παράγοντες.

Μικρότερες χώρες, ιδρύματα και επιστημονικές εταιρείες αντιμετωπίζουν πλην των προαναφερόμενων και πρόσθετους χρηματοδοτικούς φραγμούς.

Τέλος, παρά την αυξανόμενη αναγνώριση εκ μέρους της ερευνητικής κοινότητας των ωφελειών της Ανοικτής Επιστήμης, οι δράσεις ενημέρωσης-ευαισθητοποίησης παραμένουν περιορισμένες.

Οι φορείς (σε τοπικό, εθνικό και παγκόσμιο επίπεδο) που εμπλέκονται στις προσπάθειες ανάπτυξης της Ανοικτής Επιστήμης είναι πολλοί και διαφόρων ειδών: 

  • Υπουργεία – έχουν αναπτύξει εθνικές στρατηγικές για την Ανοικτή Επιστήμη είτε ως ξεχωριστές στρατηγικές προσπάθειες είτε ως μέρος ευρύτερων προγραμμάτων ανοικτής διακυβέρνησης.
  • Φορείς χρηματοδότησης έρευνας – είναι υπεύθυνοι για τον προσδιορισμό των μηχανισμών και των απαιτήσεων της χρηματοδότησης για έρευνα και εγείρουν σταθερά απαιτήσεις για υποχρεωτική Ανοικτή Πρόσβαση στα αποτελέσματα της έρευνας (δημοσιεύσεις και δεδομένα). 
  • Πανεπιστήμια και δημόσια ερευνητικά ινστιτούτα – έχουν ορισμένη αυτονομία καθώς και την ευθύνη για την κατάρτιση των πολιτικών τους για την υποστήριξη της Ανοικτής Επιστήμης. Επίσης, έχουν τον πρόσθετο ρόλο της εκπαίδευσης φοιτητών και ερευνητών ώστε να αποκτήσουν δεξιότητες που προωθούν τις πρακτικές της Ανοικτής Επιστήμης. Τέλος, καλούνται να βοηθήσουν τους ερευνητές να προσαρμοστούν στις απαιτήσεις για Ανοικτή Πρόσβαση που εγείρουν οι χρηματοδότες της έρευνας.
  • Βιβλιοθήκες και αποθετήρια – είναι σημαντικοί φορείς καθώς εμπλέκονται στη διατήρηση, επιμέλεια, δημοσίευση και διάχυση ψηφιακού επιστημονικού υλικού. Αποτελούν την υλική υποδομή που επιτρέπει στους επιστήμονες να μοιραστούν και να επαναχρησιμοποιήσουν τα αποτελέσματα της έρευνας τους.
  • Ιδιωτικοί μη-κερδοσκοπικοί οργανισμοί και ιδρύματα – παίζουν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη και την ενθάρρυνση της κουλτούρας της Ανοικτής Επιστήμης, καθώς και στην ευαισθητοποίηση του κοινού γύρω από αυτήν. Μπορούν ακόμη (και πέρα από τη χρηματοδότηση έρευνας με Ανοικτή Πρόσβαση) να διευκολύνουν τη δημιουργία παγκόσμιων δικτύων σχετικών φορέων (stakeholders).
  • Εκτός από τους μη-κερδοσκοπικούς οργανισμούς, σημαντικό ρόλο στην Ανοικτή Επιστήμη κατέχει και η επιχειρηματική κοινότητα. Επιχειρηματικοί οργανισμοί που δραστηριοποιούνται στον τομέα αυτόν είναι οι εκδότες επιστημονικών έργων ή εταιρείες που προσφέρουν συναφείς υπηρεσίες (συντήρηση ψηφιακών αποθετηρίων και άλλου είδους επιστημονικού υλικού). Η διάθεση ερευνητικών αποτελεσμάτων και δημοσιεύσεων με Ανοικτή Πρόσβαση μπορεί, επίσης, να ωφελήσει ιδιωτικές εταιρείες οι οποίες θα χρησιμοποιήσουν τις πληροφορίες αυτές για την ανάπτυξη νέων προϊόντων και υπηρεσιών, αλλά μπορεί να συμβάλει και στην προώθηση της καινοτομίας, γενικότερα.
  • Τέλος, υπερεθνικοί οργανισμοί διαδραματίζουν σημαίνοντα ρόλο στον προσδιορισμό των συμφωνιών ή των οδηγιών διεθνούς συνεργασίας, αναφορικά με ζητήματα Ανοικτής Επιστήμης. Οι διακυβερνητικές οργανώσεις έχουν βασικό ρόλο στην προώθηση συντονισμού ανάμεσα σε κυβερνήσεις και στη διαμόρφωση της πολιτικής ατζέντας, καταρτίζοντας οδηγίες και αρχές για συγκεκριμένα ζητήματα. Διακυβερνητικές οργανώσεις που έχουν εμπλακεί στην προώθηση της Ανοικτής Επιστήμης τα τελευταία χρόνια είναι ο ΟΟΣΑ, η ΟΥΝΕΣΚΟ, η ΕΕ και η Παγκόσμια Τράπεζα.

Η σημασία που αποδίδει η Ευρωπαϊκή Ένωση στην Ανοικτή Επιστήμη συνδέεται άμεσα με τον στόχο της ενίσχυσης της επιστημονικής και τεχνολογικής της βάσης μέσω της δημιουργίας ενός Ευρωπαϊκού Χώρου Έρευνας (European Research Area, ERA) στον οποίο θα είναι δυνατή η ελεύθερη κυκλοφορία των ερευνητών, της γνώσης και της τεχνολογίας.

Στο πλαίσιο αυτό, η Ανοικτή Πρόσβαση γίνεται αντιληπτή από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή όχι ως στόχος, αλλά ως εργαλείο για την διευκόλυνση και τη βελτίωση της διαφάνειας, τη διάδοση της επιστημονικής πληροφορίας στην Ευρώπη και τη συμβολή της στη διαδικασία διαμόρφωσης πολιτικής.

Με άλλα λόγια, η Ανοικτή Πρόσβαση εξετάζεται υπό ένα ευρύτερο πλαίσιο το οποίο οφείλει να περιλαμβάνει την αλλαγή της επιστημονικής κουλτούρας.

Με στόχο την καλύτερη κατανόηση των δυνατοτήτων που προσφέρει η Ανοικτή Επιστήμη και τη διερεύνηση της δυνατότητας διαμόρφωσης μέτρων πολιτικής, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (ΓΔ Έρευνας και Καινοτομίας και ΓΔ Επικοινωνιακών Δικτύων, Περιεχομένου και Τεχνολογιών) διεξήγαγε από τον Ιούλιο έως το Σεπτέμβριο του 2014 ανοικτή διαβούλευση για την Ανοικτή Επιστήμη με στόχους: την αξιολόγηση του βαθμού ενημέρωσης μεταξύ των φορέων για το μεταβαλλόμενο τρόπο διεξαγωγής της έρευνας, την αξιολόγηση της αντίληψης των ευκαιριών και των προκλήσεων που προκύπτουν και την αναγνώριση των πιθανών δράσεων πολιτικής για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής επιστήμης και του ερευνητικού συστήματος μέσω της παροχής της δυνατότητας πλήρους αξιοποίησης των ευκαιριών που προσφέρει η Επιστήμη 2.0.

Η διαδικασία υποστηρίχθηκε από το κείμενο τεκμηρίωσης, ενώ τα αποτελέσματα της διαβούλευσης επικυρώθηκαν μέσω μια σειράς εργαστηρίων που πραγματοποιήθηκαν μεταξύ Οκτωβρίου και Δεκεμβρίου 2014 στα οποία δόθηκε η δυνατότητα συμμετοχής και ανταλλαγής απόψεων μεταξύ των συμμετεχόντων φορέων πάνω στα βασικά θέματα της Επιστήμης 2.0. Το τελικό κείμενο αναμένεται προς δημοσίευση εντός του 2015.

Σε διεθνές επίπεδο, ο ΟΟΣΑ ήδη από το 2007 έχει δημοσιεύσει κείμενο αρχών για την πρόσβαση σε επιστημονικά δεδομένα τα οποία προέρχονται από δημόσια χρηματοδότηση, τονίζοντας τη σημασία της πρόσβασης στα δεδομένα για την πρόοδο στην οικονομία και την κοινωνία. Το κείμενο αυτό έχει προσυπογράψει και η Ελλάδα, μεταξύ περίπου τριάντα χωρών.

Εκεί παρουσιάζονται 30 αρχές που, κατά τον ΟΟΣΑ, πρέπει να διέπουν την πρόσβαση στα δημόσια χρηματοδοτούμενα δεδομένα και οι οποίες είναι, μεταξύ άλλων: η ανοικτότητα, η ευελιξία, η διαφάνεια, η συμμόρφωση με το νομοθετικό πλαίσιο, η προστασία της διανοητικής ιδιοκτησίας, η επίσημη ανάθεση σχετικών αρμοδιοτήτων, ο επαγγελματισμός, η διαλειτουργικότητα, η ποιότητα, η ασφάλεια, η αποτελεσματικότητα, η λογοδοσία και η βιωσιμότητα (http://www.oecd.org/science/sci-tech/oecdprinciplesandguidelinesforaccesstoresearchdatafrompublicfunding.htm).

Επίσης, ο ΟΟΣΑ παρακολουθεί στενά την πρόοδο των κρατών μελών του σε ό,τι αφορά τα επιμέρους ζητήματα της Ανοικτής Επιστήμης και τα παρουσιάζει στα προφίλ των κρατών για την Επιστήμη, την Τεχνολογία και την Καινοτομία. 


4o Διεθνές Συνέδριο "Ανοικτή Πρόσβαση@ΕΚΤ" στο πλαίσιο του RECODE

Στις 15 και 16 Ιανουαρίου 2015 διοργανώθηκε από το Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης (ΕΚΤ) το 4ο Διεθνές Συνέδριο "Ανοικτή Πρόσβαση@ΕΚΤ" με τίτλο "Η Ανοικτή Πρόσβαση στα Ερευνητικά Δεδομένα ως μοχλός για την Ανοικτή Επιστήμη", που ήταν ταυτόχρονα και το τελικό συνέδριο του ευρωπαϊκού έργου RECODE (Policy Recommendations for Open Access to Research data) στο οποίο το ΕΚΤ συμμετέχει ως εταίρος.

Το Συνέδριο, ήταν μια ακόμη δράση του ΕΚΤ για την ενίσχυση της πολιτικής της Ανοικτής Πρόσβασης και αναδεικνύει τη συμβολή, την ενεργή δραστηριότητα και τις αναπτυξιακές δράσεις του φορέα σε αυτόν τον τομέα.

Το Συνέδριο, που πραγματοποιήθηκε στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών αποτέλεσε σημείο συνάντησης, συζήτησης και ανταλλαγής απόψεων μεταξύ όσων ενδιαφέρονται να ενημερωθούν για τις εξελίξεις και τις τρέχουσες πολιτικές για την Ανοικτή Πρόσβαση στα ερευνητικά δεδομένα στην Ευρώπη και τον υπόλοιπο κόσμο.

Με κύριο άξονα την παρουσίαση των συστάσεων πολιτικής για την παροχή Ανοικτής Πρόσβασης στα ερευνητικά δεδομένα, όπως αυτές διαμορφώθηκαν στο πλαίσιο του έργου RECODE, το Συνέδριο εξέτασε ζητήματα που σχετίζονται με την υιοθέτηση και την εφαρμογή των πολιτικών Ανοικτής Πρόσβασης, καθώς και την υιοθέτηση της Ανοικτής Πρόσβασης από την ερευνητική κοινότητα.

Η εμπέδωση της παροχής Ανοικτής Πρόσβασης στα ερευνητικά δεδομένα ως αναπόσπαστο στοιχείο της ερευνητικής πρακτικής και κουλτούρας αναδείχθηκε από το σύνολο των συμμετεχόντων ως κομβικό στοιχείο. Το Συνέδριο εγκαινίασε επίσης τη συζήτηση για την Ανοικτή Πρόσβαση στα ερευνητικά δεδομένα στην Ελλάδα, θέτοντας όχι μόνο το πλαίσιο, αλλά προσφέροντας ταυτόχρονα τεκμηριωμένες λύσεις για την προώθησή της.

Ομιλητές του Συνεδρίου ήταν καταξιωμένες προσωπικότητες από την Ελλάδα, την Ευρώπη και τις ΗΠΑ, που δραστηριοποιούνται στον τομέα της Ανοικτής Πρόσβασης. Μεταξύ αυτών συγκαταλέγονται οι: Jennie Larkin (Ανώτατη Σύμβουλος Προγραμμάτων και Στρατηγικού Σχεδιασμού, National Institutes οf Health, ΗΠΑ), Daniel Spichtinger (Γενική Διεύθυνση Έρευνας, Ευρωπαϊκή Επιτροπή), Geoffrey Boulton (The Royal Society, Πανεπιστήμιο Εδιμβούργου), Iratxe Puebla (Deputy Director, PLOS ONE), Jamie Shiers (Project Manager, Τμήμα Πληροφορικής/Διαχείριση Δεδομένων, CERN), Simon Hodson (Εκτελεστικός Διευθυντής της CODATA - Committee on Data for Science and Technology του Διεθνούς Συμβουλίου για την Επιστήμη).

Το Συνέδριο παρείχε επίσης τη δυνατότητα σε ελληνικούς φορείς (Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών, Πανεπιστήμια Θεσσαλίας και Κρήτης) να αναδείξουν τις πρακτικές τους και τα ζητήματα με τα οποία έρχονται αντιμέτωποι κατά την παροχή Ανοικτής Πρόσβασης στα ερευνητικά δεδομένα τους.

Στόχος του Συνεδρίου ήταν η ανάδειξη βασικών θεμάτων για την προώθηση της Ανοικτής Πρόσβασης, με την επίσημη παρουσίαση των Συστάσεων Πολιτικής για την Ανοικτή Πρόσβαση στα ερευνητικά δεδομένα, όπως αυτές διαμορφώθηκαν στο πλαίσιο του έργου RECODE.

Οι συστάσεις πολιτικής, την ευθύνη για την επεξεργασία των οποίων είχε το ΕΚΤ, απευθύνονται στις εθνικές κυβερνήσεις, τους χρηματοδότες έρευνας, τα πανεπιστήμια και τα ερευνητικά ιδρύματα, στις βιβλιοθήκες και τα αποθετήρια καθώς και στους εκδότες.

Πρόκειται για τους φορείς εκείνους που αναδείχθηκαν, μέσω του έργου, ως νευραλγικής σημασίας για την προώθηση της Ανοικτής Πρόσβασης στα ερευνητικά δεδομένα.

Στο πλαίσιο του Συνεδρίου πραγματοποιήθηκε η επίσημη παρουσίαση των συστάσεων πολιτικής. Οι συστάσεις ανά φορέα πλαισιώνονται από δέκα γενικές συστάσεις που επικεντρώνονται στις ακόλουθες θεματικές: (1) ευθυγραμμισμένες πολιτικές, (2) χρηματοδότηση, (3) συστήματα επιβράβευσης, (4) συνεργασία, (5) μακροπρόθεσμη διαφύλαξη, (6) υποδομές, (7) ποιότητα, (8) αδειοδότηση, (9) νομικά ζητήματα και ζητήματα ηθικής, (10) εκπαίδευση και κατάρτιση.

Η παρουσίαση των πρώτων αποτελεσμάτων από την εφαρμογή της πιλοτικής δράσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τα δεδομένα σε σειρά θεματικών του προγράμματος Ορίζοντας 2020 υπήρξε ιδιαίτερα ενθαρρυντική, καθώς ανέδειξε τον βαθμό συμμετοχής των ερευνητών ακόμα και από περιοχές που δεν εντάσσονται στο πεδίο της πιλοτικής δράσης.

Ειδικότερα, το ποσοστό εξαίρεσης (opt-out) για τις θεματικές του πιλότου ήταν 24,4%, ενώ το ποσοστό προαιρετικής συμμετοχής (opt-in) ανήλθε στο 27,7%, επιβεβαιώνοντας την καταλληλότητα των θεματικών που επιλέχθηκαν, αλλά και την ανάγκη συστηματικής παρακολούθησης κατά την επόμενη περίοδο.

Η εφαρμογή του πιλότου συνδέεται άμεσα με τον στόχο της Επιτροπής (είτε ως διαμορφωτής πολιτικής, είτε ως χρηματοδότης έρευνας ή ακόμα και ως φορέας capacity-building) να μεγιστοποιήσει τον αντίκτυπο της δημόσιας χρηματοδοτούμενης έρευνας τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε εθνικό επίπεδο μέσω της ενίσχυσης της Ανοικτής Πρόσβασης.

Η πρώτη συνεδρία εστίασε στην ανάδειξη των προκλήσεων κατά τη διαμόρφωση και υλοποίηση πολιτικών Ανοικτής Πρόσβασης στα ερευνητικά δεδομένα, μέσω παρουσιάσεων πολιτικής που υλοποιούνται ήδη από πανεπιστήμια (όπως το University College London/ UCL) ή χρηματοδότες έρευνας (Research Councils UK/ RCUK), εκδότες (PLOS ONE), αλλά και τις συνέργειες που αναπτύσσονται μεταξύ των επιμέρους φορέων.

Όπως χαρακτηριστικά αναφέρθηκε, οι πολιτικές για τα δεδομένα επιχειρούν να ενσωματώσουν την αρχή ης Ανοικτής Επιστήμης ως βασική αρχή της επιστήμης. Ο εκπρόσωπος του UCL αναφέρθηκε στους τέσσερις βασικούς άξονες της πολιτικής του ιδρύματος: την ευθύνη, τη συμμόρφωση, την καλή πρακτική και την παροχή κινήτρων.

Εστιάζοντας στις προκλήσεις, αναφέρθηκε στην ανάγκη κατανόησης της παροχής υπηρεσιών ως μιας διαδικασίας που δεν περιορίζεται στο πλαίσιο υλοποίησης ενός έργου, στη σημασία των δεξιοτήτων και στο κόστος που αυτές συνεπάγονται και τέλος στο μακροπρόθεσμο χαρακτήρα των ωφελειών.

Από την πλευρά των χρηματοδοτών έρευνας τονίστηκε ότι ο ρόλος τους και οι δραστηριότητες στις οποίες επικεντρώνονται αφορούν στη διαμόρφωση του πλαισίου και τη χρηματοδότηση από κοινού με τους φορείς έρευνας των υποδομών και όχι στην παρακολούθηση και αξιολόγηση των σχεδίων διαχείρισης των δεδομένων.

Για τους εκδότες, ο ρόλος τους αφορά την ενίσχυση της εφαρμογής και τη συμμόρφωση προς τις σχετικές πολιτικές.

Συνολικά, ως σημαντικά ζητήματα αναδείχθηκαν η απουσία πλαισίου, δομών και κινήτρων, ενώ η διαμόρφωση κατευθυντήριων γραμμών για την εφαρμογή των σχετικών πολιτικών κρίθηκε ως το επόμενο σημαντικό στάδιο.

Η δεύτερη συνεδρία έδωσε την ευκαιρία παρουσίασης παραδειγμάτων καλής πρακτικής για την επανάχρηση των ερευνητικών δεδομένων, όπως αυτά έχουν αναπτυχθεί από τους διάφορους φορείς, τη διερεύνηση των εργαλείων και των πρακτικών για την υποστήριξη των ερευνητών, καθώς και τα δυνητικά οφέλη. Ένα τέτοιο παράδειγμα παρουσιάστηκε από τον Elsevier.

Όπως υποστηρίχθηκε, η διασύνδεση των άρθρων και των δεδομένων προσδίδει αξία στα δεδομένα, αυξάνει τον αντίκτυπο της ερευνητικής παραγωγής μέσω της αύξησης των πιθανοτήτων εύρεσης και χρήσης των άρθρων και των δεδομένων που τα υποστηρίζουν, πρέπει ωστόσο να γίνεται με ορθό τρόπο. Η συνεδρία παρείχε επίσης την ευκαιρία κατανόησης τις διαφορετικές υποχρεώσεις των φορέων.

Στην περίπτωση για παράδειγμα της πολιτικής για τη διαχείριση των ερευνητικών δεδομένων του πανεπιστημίου της Οξφόρδης, οι ερευνητές είναι υπεύθυνοι για την καταγραφή των διαδικασιών που σχετίζονται με τη συλλογή, διαφύλαξη, χρήση, επανάχρηση και καταστροφή των δεδομένων και των αρχείων, ενώ το πανεπιστήμιο είναι υπεύθυνο για την παροχή πρόσβασης σε υπηρεσίες για τη διαφύλαξη, τη δημιουργία εφεδρικών αρχείων και την κατάθεση των δεδομένων και των αρχείων εκείνων που θα επιτρέψουν στους ερευνητές τη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις τόσο της πολιτικής του ιδρύματος όσο και με αυτές των χρηματοδοτών έρευνας.

Η συνεδρία που αφιερώθηκε στην ερευνητική κουλτούρα παρείχε σε μέλη της ελληνικής και ξένης ερευνητικής κοινότητας προερχόμενα από διαφορετικά επιστημονικά πεδία να παρουσιάσουν τις εμπειρίες τους σε σχέση με την παροχή Ανοικτής Πρόσβασης στα δεδομένα και να αναζητήσουν μέσω διαλόγου πιθανές λύσεις προσαρμοσμένες στις ανάγκες της κάθε επιστήμης.

Η παρουσία ερευνητών ανέδειξε για μια ακόμα φορά τον νευραλγικό ρόλο που κατέχουν κατά τη μετάβαση σε ένα περιβάλλον Ανοικτής Πρόσβασης. Παράλληλα, μέσω των διαφορετικών τους εμπειριών ανέδειξαν την ανάγκη αναζήτησης προτάσεων που θα λαμβάνουν υπόψη τα διαφορετικά ζητήματα με τα οποία βρίσκονται αντιμέτωποι ως συνέπεια της ενασχόλησής τους με διαφορετικούς επιστημονικούς τομείς. Ως κοινό σημείο αναδείχθηκε η ανάγκη διαμόρφωσης πολιτικών και η ανεύρεση κοινών λύσεων.

Το Συνέδριο παρείχε επίσης την ευκαιρία διερεύνησης της χρήσης των δημόσιων δεδομένων ως ερευνητικών δεδομένων (και το αντίστροφο) και στα θεσμικά και διαχειριστικά ζητήματα που εγείρονται. Στον βαθμό που διαπιστώνονται (πέρα από τις διαφορές) σημαντικές ομοιότητες μεταξύ των δημόσιων και των ερευνητικών δεδομένων, ο διάλογος για τη διασύνδεσή τους πρέπει να ενθαρρυνθεί περαιτέρω. Τα στοιχεία για την πολιτική Ανοικτής Πρόσβασης στα δημόσια δεδομένα στην Ελλάδα παρουσίασαν εξαιρετικό ενδιαφέρον.

Η πρωτοβουλία για τα ανοικτά δεδομένα υιοθετήθηκε γρήγορα από τη δημόσια διοίκηση, ενώ ο στόχος της κυβέρνησης είναι η ενίσχυση των οικονομικών και κοινωνικών ωφελειών μέσω του διαμοιρασμού των δημόσιων δεδομένων.

Ειδικότερα, ο στόχος του ελληνικού οικοσυστήματος ανοικτής διακυβέρνησης είναι ο επαναπροσδιορισμός της σχέσης μεταξύ δημόσιας διοίκησης και πολιτών μέσω αξιόπιστων και ποιοτικών υπηρεσιών οι οποίες ενισχύουν την ανάπτυξη και τη διαφάνεια, καταπολεμούν τη διαφθορά, ενθαρρύνουν τη συμμετοχή των πολιτών και βελτιώνουν την ποιότητα ζωής.

Στο πλαίσιο αυτό, σημαντική θεωρείται η δέσμευση της χώρας για συνεργασία με τη σύμπραξη για την ανοικτή διακυβέρνηση, μια διεθνή πλατφόρμα με στόχο να καταστήσει τις κυβερνήσεις πιο ανοικτές και με μεγαλύτερη λογοδοσία στους πολίτες.

Ως προς την αντιμετώπιση νομικών ζητημάτων και ζητημάτων ηθικής σε σχέση με τα δημόσια δεδομένα προτάθηκε η διερεύνηση της χρήσης της κατάλληλης άδειας (π.χ. creative commons), η κατανόηση ότι δεν τίθεται ζήτημα επιλογής μεταξύ Ανοικτής πρόσβασης και νομικής συμμόρφωσης, η διερεύνηση τεχνικών ή θεσμικών λύσεων για την αντιμετώπιση των νομικών και ηθικών ζητημάτων, η σαφής αιτιολόγηση των περιπτώσεων κατά τις οποίες δικαιολογείται η παροχή Ανοικτής πρόσβασης σε προσωπικά δεδομένα και η ανάγκη ορθότερης χρήσης διαδικασιών εσωτερικής αξιολόγησης και χρήσης της υφιστάμενης τεχνογνωσίας. Η καταληκτική συνεδρία επικεντρώθηκε στη διερεύνηση των σημαντικών προκλήσεων.

Η μετάβαση στο νέο περιβάλλον παραλληλίστηκε με την επανάσταση που έφερε η ανακάλυψη της πυξίδας και της τυπογραφίας, καθώς όπως επισημάνθηκε πρόκειται για μια αλλαγή η οποία δεν αφορά μόνο την επιστημονική κοινότητα, αλλά αντιθέτως ολόκληρη την κοινωνία ως αποτέλεσμα των σημαντικών οικονομικών και κοινωνικών ωφελειών που προκύπτουν από την Ανοικτή πρόσβαση.

Ταυτόχρονα επισημάνθηκε ότι πρόκειται για μια αλλαγή στον τρόπο διεξαγωγής της έρευνας, αλλαγή ωστόσο που αφορά την τεχνολογία και όχι το σκοπό.

Στο πλαίσιο αυτό, τονίστηκαν ως στοιχεία νευραλγικής σημασίας η ενημέρωση-ευαισθητοποίηση γύρω από την Ανοικτή πρόσβαση σε συνδυασμό με την αποσαφήνιση των ρόλων των συμμετεχόντων και τη διαμόρφωση συστήματος παρακολούθησης μέσω του οποίου θα καθίστανται δυνατές οι διορθωτικές κινήσεις, η διαμόρφωση ενός πλαισίου εμπιστοσύνης σε παγκόσμιο επίπεδο, η παροχή κινήτρων στους ερευνητές, η υποστήριξη της Ανοικτής πρόσβασης μέσω της κατάλληλης υποδομής και η εξέταση.

Το Συνέδριο αποτέλεσε μια πλατφόρμα γόνιμης διεξαγωγής διαλόγου μέσω των παρουσιάσεων από διεθνώς καταξιωμένες προσωπικότητες από την Ελλάδα, την Ευρώπη και τις ΗΠΑ, που δραστηριοποιούνται στον τομέα της Ανοικτής Πρόσβασης, αλλά και μέσω του διαλόγου που ακολούθησε με τους συμμετέχοντες.

Οι συμμετέχοντες ξεπέρασαν τους 150, ενώ 200 άτομα παρακολούθησαν τις εργασίες του Συνεδρίου μέσω της ζωντανής αναμετάδοσης. 


Οι 10 Γενικές Συστάσεις Πολιτικής του RECODE για την Ανοικτή Πρόσβαση στα Ερευνητικά Δεδομένα

  1. Ανάπτυξη ευθυγραμμισμένων και ολοκληρωμένων πολιτικών για την Ανοικτή Πρόσβαση στα ερευνητικά δεδομένα. 
  2. Διασφάλιση της απαραίτητης χρηματοδότησης για την παροχή Ανοικτής Πρόσβασης στα ερευνητικά δεδομένα. 
  3. Ανάπτυξη πολιτικών και πρωτοβουλιών για την αναγνώριση της Ανοικτής Πρόσβασης σε ποιοτικά δεδομένα από τους ερευνητές.
  4. Ανάδειξη των βασικών φορέων και δικτύων και προώθηση της συνεργασίας με στόχο της δημιουργία ενός βιώσιμου οικοσυστήματος για τα ανοικτά ερευνητικά δεδομένα. 
  5. Σχεδιασμός της μακροπρόθεσμης και βιώσιμης διαφύλαξης των ανοικτών δεδομένων. 
  6. Διασφάλιση της Ανοικτής Πρόσβασης και μακροπρόθεσμης διαφύλαξης σε ποιοτικά ερευνητικά δεδομένα μέσω ολοκληρωμένων και συνεργατικών τεχνικών λύσεων και χρήσης των υποδομών. 
  7. Ανάπτυξη τεχνικών και επιστημονικών προδιαγραφών για τα ερευνητικά δεδομένα. 
  8. Ενθάρρυνση της χρήσης εναρμονισμένων πλαισίων ανοικτών αδειών χρήσης. 
  9. Αντιμετώπιση των νομικών και ηθικών ζητημάτων που σχετίζονται με την Ανοικτή Πρόσβαση στα ερευνητικά δεδομένα. 
  10. Υποστήριξη της μετάβασης σε ένα περιβάλλον Ανοικτής Πρόσβασης μέσω της ανάπτυξης προγραμμάτων σπουδών και προγραμμάτων κατάρτισης.

Το ΕΚΤ και τα Ανοικτά Ερευνητικά Δεδομένα

Το Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης αναγνωρίζει την υιοθέτηση της Ανοικτής Πρόσβασης ως κεντρικής πολιτικής στη διάθεση των αποτελεσμάτων της δημόσια χρηματοδοτούμενης έρευνας.

Η ενίσχυση της Ανοικτής Πρόσβασης η οποία συνιστά τμήμα του θεσμικού ρόλου του ΕΚΤ, υπηρετείται μέσα από τη συμμετοχή του σε διεθνείς πρωτοβουλίες και την ανάπτυξη σημαντικών δραστηριοτήτων.

Ειδικότερα, στον τομέα της Ανοικτής Πρόσβασης στα ερευνητικά δεδομένα, το ΕΚΤ συμμετέχει σε ευρωπαϊκά έργα, όπως το RECODE με στόχο τη διαμόρφωση πολιτικών Ανοικτής Πρόσβασης στα ερευνητικά δεδομένα που ευθυγραμμίζονται με τη Σύσταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής του 2012. Στο πλαίσιο του έργου είχε την ευθύνη διαμόρφωσης προτάσεων πολιτικής για την Ανοικτή Πρόσβαση στα ερευνητικά δεδομένα που απευθύνονται σε χρηματοδότες έρευνας, φορείς έρευνας (πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα), βιβλιοθήκες και αποθετήρια και εκδότες.

Επίσης, μέσω του ευρωπαϊκού έργου PASTEUR4OA το ΕΚΤ, ως συντονιστής, υποστηρίζει σε πανευρωπαϊκό επίπεδο τις πολιτικές Ανοικτής Πρόσβασης, μέσω της παροχής εξειδικευμένης υποστήριξης στους διαμορφωτές πολιτικής των κρατών μελών της ΕΕ.

Το ΕΚΤ διοργανώνει σειρά δράσεων ενημέρωσης-ευαισθητοποίησης (σεμινάρια, webinars) σε διαμορφωτές πολιτικής, στα μέλη της ελληνικής ερευνητικής κοινότητας και σε βιβλιοθηκονόμους γύρω από τις διεθνείς εξελίξεις σε θέματα Ανοικτής Πρόσβασης στα ερευνητικά δεδομένα, τις υποχρεώσεις των ερευνητών και τον τρόπο συμμόρφωσής τους με τις απαιτήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και ειδικότερα στια απαιτήσεις του Ορίζοντα 2020 για την Ανοικτή Πρόσβαση στα δεδομένα.

Οι σχετικές πληροφορίες και δράσεις παρουσιάζονται μέσα από τον δικτυακό τόπο openaccess.gr.

Παράλληλα, βρίσκεται σε συνεχή επικοινωνία με τα Εθνικά Σημεία Επαφής του Ορίζοντα 2020 για την ενημέρωσή τους και την υποστήριξη του έργου τους σε σχέση με τις απαιτήσεις για την Ανοικτή Πρόσβαση. Επίσης, το ΕΚΤ παρέχει πρόσβαση μέσω των υποδομών του σε μεγάλο όγκο επιστημονικών δεδομένων και δημοσιεύσεων.