Σταθερά χαμηλές παραμένουν οι επιδόσεις των Ελλήνων μαθητών στο διεθνές πρόγραμμα PISA 2015

Ως προς τις Φυσικές Επιστήμες, η έρευνα φέρνει την Ελλάδα το 2015 στην 32η θέση ανάμεσα στις 35 χώρες του ΟΟΣΑ (ενώ το 2006 βρισκόταν στην 28η, αλλά μεταξύ 30 μόνο χωρών). Αντίστοιχη είναι η θέση της χώρας και σε σχέση με τα δύο άλλα αντικείμενα που εξετάστηκαν δευτερευόντως (32η στα Μαθηματικά και 31η στην Κατανόηση Κειμένου).

Ο πρόεδρος του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), Ángel Gurría, παρουσίασε, στις 6 Δεκεμβρίου 2016, τα αποτελέσματα του Διεθνούς Προγράμματος PISA για την Αξιολόγηση των Μαθητών (Programme for International Student Assessment). Πρόκειται για την έκτη κατά σειρά Έρευνα του Προγράμματος PISA, με εστίαση στον εγγραματισμό στις Φυσικές Επιστήμες, που διεξήχθη την Άνοιξη του 2015, με τη συμμετοχή 540.000 μαθητών. Στο PISA 2015 διερευνήθηκαν, επίσης, αλλά με συνοπτικότερο τρόπο, το γνωστικό επίπεδο και οι δεξιότητες των μαθητών στην Κατανόηση Κειμένου, στα Μαθηματικά, καθώς και, για πρώτη φορά, στη Συνεργατική Επίλυση Προβλήματος. Η διεξαγωγή της Έρευνας έγινε, για πρώτη φορά στη χώρα μας, μόνο ηλεκτρονικά και σε αυτή πήραν μέρος 212 σχολεία και περίπου 5.500 μαθητές.

O κος Gurria, κατά τη διάρκεια της παρουσίασής του, τόνισε ότι: «Ζούμε σε μία εποχή πρωτοφανούς καινοτομίας της επιστήμης, αλλά η εκπαίδευση για την επιστήμη δείχνει να μην συμβαδίζει με την καινοτομία αυτή». Για τον λόγο αυτό, το Πρόγραμμα PISA 2015 μέσω της αξιόπιστης ανάλυσης των δεδομένων που προσφέρει - μεταξύ άλλων - φιλοδοξεί να αναδείξει θέματα που σχετίζονται με (α) την εκπαίδευση για την επιστήμη, (β) τις στάσεις και τις πεποιθήσεις των μαθητών απέναντι στις Φυσικές Επιστήμες, (γ) τις ίσες ευκαιρίες εκπαίδευσης, (δ) τους διαφορετικούς τρόπους διδασκαλίας, (ε) το κλίμα που επικρατεί στο σχολείο αλλά και στο γενικότερο κοινωνικο-οικονομικό περιβάλλον.

Στην έρευνα συμμετείχαν 72 συνολικά χώρες εκ των οποίων οι 35 είναι μέλη του ΟΟΣΑ. Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιεύτηκαν, ως προς το κύριο αντικείμενο της έρευνας, δηλαδή τις Φυσικές Επιστήμες, η Ελλάδα το 2015 κατέλαβε την 32η θέση ανάμεσα στις 35 χώρες του ΟΟΣΑ (ενώ το 2006 βρισκόταν στην 28η θέση, αλλά μεταξύ 30 μόνο χωρών) και την 43η συνολικά. Με βάση τα ποιοτικά δεδομένα, οι Έλληνες μαθητές βαθμολογήθηκαν με 455 βαθμούς, την ώρα που ο αντίστοιχος μέσος όρος των μαθητών των κρατών/μελών του ΟΟΣΑ  ανέρχεται στους 493 βαθμούς. Αντίστοιχη είναι η θέση της χώρας και σε σχέση με τα άλλα δύο αντικείμενα που εξετάστηκαν δευτερευόντως. Στα Μαθηματικά η Ελλάδα κατέλαβε την 32η θέση ανάμεσα στις 35 χώρες του ΟΟΣΑ και την 43η συνολικά, συγκεντρώνοντας 454 βαθμούς, ενώ ο μέσος όρος του ΟΟΣΑ είναι στους 490 βαθμούς. Τέλος, στην Κατανόηση Κειμένου η Ελλάδα κατετάγη 31η ανάμεσα στις χώρες του ΟΟΣΑ και 41η συνολικά, με 467 βαθμούς (Μ.Ο. ΟΟΣΑ: 493 βαθμοί).

Η Ελλάδα συμμετέχει στο πρόγραμμα PISA από την πρώτη του εφαρμογή, το 2000, και σε σχέση με τα αποτελέσματα των προηγούμενων χρόνων, οι επιδόσεις των 15χρονων μαθητών και στις τρεις βασικές κατηγορίες αξιολόγησης παρουσιάζουν πτώση. Σημειώνεται ότι στο Πρόγραμμα PISA 2012, η Ελλάδα είχε συγκεντρώσει 467 βαθμούς στις Φυσικές Επιστήμες, 453 βαθμούς στα Μαθηματικά και 477 βαθμούς στην Κατανόηση Κειμένου.

Σημειώνεται ότι οι χώρες που συμμετέχουν στο Πρόγραμμα, κατατάσσονται σε τρεις (3) ομάδες, ανάλογα με τις επιδόσεις των μαθητών τους. Στην πρώτη ομάδα κατατάσσονται οι χώρες με μέση επίδοση υψηλότερη από τον μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ, στη δεύτερη ομάδα κατατάσσονται οι χώρες που η μέση επίδοσή τους δεν διαφέρει από αυτήν του μέσου όρου των χωρών του ΟΟΣΑ και τέλος στην τρίτη ομάδα κατατάσσονται οι χώρες με μέση επίδοση χαμηλότερη από τον μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ.

Και στις τρεις κατηγορίες, οι επιδόσεις των Ελλήνων 15χρονων είναι κάτω από τον μέσο όρο των χωρών μελών του ΟΟΣΑ, γεγονός που κατατάσσει τη χώρα στην τρίτη και τελευταία κατηγορία (δηλαδή χαμηλότερα από τον μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ) και στα τρία αντικείμενα που αξιολογήθηκαν.

Επίσης, βάσει των ποιοτικών στοιχείων της έρευνας οι Έλληνες μαθητές εμφανίζονται να έχουν χαμηλές επαγγελματικές προσδοκίες από τις γνώσεις που προσφέρουν οι επιστήμες, αλλά και γενικότερα να μην έχουν κίνητρα για να μελετήσουν.

Στον αντίποδα, οι μαθητές της Σιγκαπούρης αξιολογήθηκαν ως οι καλύτεροι στον κόσμο, συγκεντρώνοντας περισσότερους από 550 βαθμούς. Ακολούθησαν οι μαθητές της Ιαπωνίας, της Εσθονίας, της Ταϊβάν, και της Φινλανδίας. Από τους Έλληνες μαθητές αποδεικνύονται καλύτεροι οι συμμαθητές τους από πολλές ευρωπαϊκές χώρες, μεταξύ των οποίων η Βρετανία, η Ολλανδία, η Γερμανία, η Ιρλανδία, το Βέλγιο, η Πολωνία, η Νορβηγία, η Πορτογαλία, η Αυστρία και η Ισπανία. Η Σλοβακία και η Βουλγαρία είναι χώρες των οποίων η επίδοση δεν παρουσιάζει στατιστικά σημαντική διαφορά από την επίδοση της Ελλάδας. Από την άλλη πλευρά, χειρότερες είναι οι επιδόσεις των μαθητών από τη Ρουμανία και την Κύπρο.

Τα αποτελέσματα της έρευνας προσφέρουν πλήθος χρήσιμων πληροφοριών όχι μόνο ως προς τα μετρήσιμα μεγέθη των χωρών που σημείωσαν υψηλές επιδόσεις στον εγγραματισμό στις Φυσικές Επιστήμες, τα Μαθηματικά και την Κατανόηση Κειμένου, αλλά και ως προς το ενδιαφέρον και τη θετική στάση που έχουν διαμορφώσει οι μαθητές απέναντι στις Φυσικές Επιστήμες, γεγονός που αποδεικνύει αν τις θεωρούν αρχικά ευχάριστες και μετέπειτα σημαντικές και χρήσιμες για το μέλλον τους. Για παράδειγμα, στις χώρες του ΟΟΣΑ, κατά μέσο όρο, σχεδόν ένας στους τέσσερις μαθητές πιστεύει ότι στο μέλλον θα εξασκήσει ένα επάγγελμα το οποίο απαιτεί περαιτέρω εκπαίδευση, μετά το τέλος της υποχρεωτικής εκπαίδευσης, στον ευρύτερο χώρο των Φυσικών Επιστημών. 

Τέλος ως προς τις ίσες ευκαιρίες στην εκπαίδευση, τα αποτελέσματα του Προγράμματος PISA ανέδειξαν ότι στις χώρες του ΟΟΣΑ, κατά μέσο όρο:

  • το 13% της διακύμανσης της επίδοσης των μαθητών στις Φυσικές Επιστήμες, την Κατανόηση Κειμένου και τα Μαθηματικά εξηγείται από το κοινωνικο-οικονομικό τους περιβάλλον.
  • οι μαθητές που προέρχονται από μη ευνοϊκό κοινωνικο-οικονομικό περιβάλλον, έχουν σχεδόν τριπλάσιες πιθανότητες να μην ενταχθούν ούτε στο βασικό επίπεδο 2 σε σχέση με τους συμμαθητές τους από ευνοϊκό κοινωνικο-οικονομικό περιβάλλον. Αλλά, περίπου το 29% των μαθητών από μη ευνοϊκό κοινωνικο-οικονομικό περιβάλλον θεωρούνται ως «ανθεκτικοί» (έχουν δηλαδή υψηλές επιδόσεις, παρά τα εμπόδια και τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν λόγω της προέλευσής τους).
  • τα αγόρια που δηλώνουν ότι ασχολούνται με δραστηριότητες που έχουν σχέση με τις Φυσικές Επιστήμες είναι περίπου διπλάσια από τα κορίτσια που δηλώνουν το ίδιο (αυτή η διαφορά, εκτός των χωρών του ΟΟΣΑ που συμμετείχαν στην έρευνα, καταγράφεται και στις 57 χώρες/οικονομίες οι οποίες συμπεριέλαβαν τη σχετική ερώτηση στο ερωτηματολόγιο του μαθητή).

Οι σταθερά χαμηλές επιδόσεις των Ελλήνων μαθητών στο διεθνές Πρόγραμμα PISA καταδεικνύουν ορισμένες από τις αδυναμίες του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος. Στο πλαίσιο αυτό, ο Υπουργός Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων Κώστας Γαβρόγλου ζήτησε από τον Πρόεδρο του ΙΕΠ  Γεράσιμο Κουζέλη, να συγκροτήσει ειδική επιστημονική επιτροπή η οποία, αφού μελετήσει την έκθεση, θα υποβάλει στον Υπουργό τα συμπεράσματά της σχετικά με τις αδυναμίες του εκπαιδευτικού συστήματος και τις προτάσεις της για την βέλτιστη αντιμετώπισή τους.

Το Διεθνές Πρόγραμμα Αξιολόγησης Μαθητών PISA

Το πρόγραμμα PISA για την Αξιολόγηση των Μαθητών είναι μια εκπαιδευτική έρευνα που διεξάγεται κάθε τρία χρόνια (από το 2000 έως σήμερα) και η οποία υλοποιείται από διεθνή ερευνητικά ιδρύματα (PISA Consortium), υπό την οργάνωση της Διεύθυνσης Εκπαίδευσης του ΟΟΣΑ και τη συνεργασία των συμμετεχουσών στην Έρευνα χωρών. Στόχος του Προγράμματος είναι η αξιολόγηση του εύρους των γνώσεων και των δεξιοτήτων που έχουν αποκτήσει στο σχολείο οι μαθητές που βρίσκονται στο τέλος της υποχρεωτικής εκπαίδευσης, για την επίλυση προβλημάτων καθημερινής ζωής. 

Το Πρόγραμμα PISA ξεχωρίζει, παρέχοντας πληροφορίες που δεν προσφέρει καμία άλλη εθνική ή διεθνής έρευνα, καθώς δεν εστιάζει στην επιτυχή ανταπόκριση των μαθητών στις απαιτήσεις των Αναλυτικών Προγραμμάτων, αλλά στην απόκτηση εκείνων των γνώσεων και των ικανοτήτων που θα τους χρειαστούν στην ενήλικη ζωή τους. 

Τα γνωστικά αντικείμενα που αξιολογούνται από την έρευνα PISA είναι η Κατανόηση Κειμένου, τα Μαθηματικά και οι Φυσικές Επιστήμες. Σε κάθε φάση υλοποίησης του καλύπτονται και τα τρία γνωστικά αντικείμενα, αλλά δίνεται έμφαση σε ένα από αυτά τα τρία γνωστικά αντικείμενα κάθε φορά.

Με τον τρόπο αυτό, συλλέγονται πληροφορίες για τις επιδόσεις των 15χρονων συμμετεχόντων μαθητών και, την ίδια στιγμή, ανιχνεύονται όψεις και δυνατότητες της αποτελεσματικότητας των εκπαιδευτικών συστημάτων των χωρών που λαμβάνουν μέρος στην αξιολόγηση. Κάθε συμμετέχουσα χώρα έχει, λοιπόν, τη δυνατότητα να αντλεί μέσω του Προγράμματος αυτού χρήσιμα στοιχεία για το εκπαιδευτικό της σύστημα, κατορθώνει να κατανοεί τα θετικά στοιχεία και τις αδυναμίες του εκπαιδευτικού της σχεδιασμού και, εντέλει, ανατροφοδοτείται σχετικά με το βαθμό αποτελεσματικότητας του εκπαιδευτικού της έργου ανακαλύπτοντας ταυτόχρονα τις πρακτικές Εκπαίδευσης και Αγωγής των άλλων συμμετεχουσών χωρών.

Φορέας υλοποίησης του PISA 2015 στην Ελλάδα ήταν το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΙΕΠ). Η κα Χρύσα Σοφιανοπούλου, Επίκουρη Καθηγήτρια στο γνωστικό αντικείμενο Ανάλυση της Εκπαιδευτικής Επίδοσης και της Πληροφορικής Κατάρτισης στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο είναι εθνική διαχειρίστρια του Προγράμματος PISA στην Ελλάδα, από το 2013 έως σήμερα.

Περισσότερα στοιχεία αναφορικά με την Έρευνα και τα αποτελέσματα της, θα ανακοινωθούν στην ιστοσελίδα του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής.

Η πλήρης Έκθεση PISA 2015 είναι διαθέσιμη στη ψηφιακή βιβλιοθήκη iLibrary του ΟΟΣΑ

Εκτός από τις γενικότερες πληροφορίες για το πρόγραμμα PISA που παρέχονται στη σχετική ιστοσελίδα του ΟΟΣΑ, όσοι ενδιαφέρονται να αποκτήσουν πλήρη πρόσβαση στο περιεχόμενο της Έκθεσης του ΟΟΣΑ για την αξιολόγηση των μαθητών στο τεστ PISA, μπορούν να επισκεφθούν την ψηφιακή βιβλιοθήκη iLibrary του ΟΟΣΑ, η οποία στην Ελλάδα είναι διαθέσιμη μέσα από τον χώρο της Βιβλιοθήκης Επιστήμης Τεχνολογίας και Πολιτισμού του ΕΚΤ στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών (από το Ηλεκτρονικό Αναγνωστήριο ή συνδεόμενοι μέσω του free WiFi από φορητό υπολογιστή). Το ΕΚΤ εξασφάλισε τη σχετική συνδρομή και πρόσβαση στην iLibrary στο πλαίσιο της συνεργασίας του με τον ΟΟΣΑ σε θέματα Έρευνας και Καινοτομίας. 

Η iLibrary του ΟΟΣΑ περιλαμβάνει βιβλία, άρθρα, αριθμητικά στοιχεία και αναλύσεις που δημοσιεύονται από το 1998 από τον ΟΟΣΑ, μαζί με μια τεράστια συλλογή στατιστικών στοιχείων, με δεδομένα που χρονολογούνται από τις αρχές της δεκαετίας του 1960. Στην iLibrary παρέχεται δυνατότητα αναζήτησης αλλά και πλοήγησης στο περιεχόμενο, και απλής ανάγνωσης ή download των πλήρων κειμένων που μπορεί να είναι αρχεία μορφής PDF, WEB, XLS, ActiveChart, DATA, Indicator, ePUB κ.ά. Περιλαμβάνονται, επίσης, εκδόσεις και στατιστικά στοιχεία από άλλες οργανώσεις, όπως ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (International Energy Agency -ΙΕΑ), ο Οργανισμός Πυρηνικής Ενέργειας (Nuclear Energy Agency-NEA), το Κέντρο Ανάπτυξης του ΟΟΣΑ, το Πρόγραμμα Διεθνούς Αξιολόγησης Σπουδαστών (Programme for International Student Assessment- PISA) και το Διεθνές Φόρουμ Μεταφορών (International Transport Forum -ITF).

www.ekt.gr, with information from ΟΟΣΑ, ΙΕΠ