Υπογράφηκε η Συμφωνία Επιστημονικής και Τεχνολογικής Συνεργασίας μεταξύ ΕΕ και Ισραήλ

18.06.2003

Tην ισότιμη συμμετοχή των ερευνητικών φορέων του Ισραήλ στο 6ο Πρόγραμμα Πλαίσιο Έρευνας και Τεχνολογικής Ανάπτυξης προβλέπει η Συμφωνία Επιστημονικής και Τεχνολογικής Συνεργασίας μεταξύ Ευρωπαϊκής Ενωσης και Ισραήλ, η οποία εκτιμάται ότι θα ενισχύσει σημαντικά τους δεσμούς ανάμεσα στις ερευνητικές και ακαδημαϊκές κοινότητες των δύο μερών.

Τη συμφωνία υπέγραψαν στις 10 Ιουνίου 2003 ο υπουργός Ανάπτυξης Α. Τσοχατζόπουλος, με την ιδιότητα του προεδρεύοντος του Συμβουλίου Υπουργών ''Ερευνας και Τεχνολογίας της ΕΕ, ο υπουργός Έρευνας του Ισραήλ Ελιέζερ Στάντμπεργκ και ο αρμόδιος Επίτροπος για την Έρευνα κ. Φιλίπ Μπουσκέν, από πλευράς Ευρωπαϊκής Επιτροπής. 

Η Συμφωνία Σύνδεσης προβλέπει την οικονομική συνεισφορά του Ισραήλ στον κοινοτικό προϋπολογισμό. Οι ερευνητικοί φορείς του Ισραήλ θα συμμετέχουν σε έργα του Προγράμματος Πλαισίου Έρευνας με τους ίδιους όρους που ισχύουν για τους φορείς των κρατών-μελών της ΕΕ. Επιπλέον, βάσει των όρων της συμφωνίας, οι εθνικοί εκπρόσωποι του Ισραήλ θα μετέχουν ως παρατηρητές στις διαχειριστικές επιτροπές του 6ου Προγράμματος-Πλαισίου , όπως και στην Επιτροπή CREST. Σημειώνεται ότι αντίστοιχες συμφωνίες σύνδεσης της ΕΕ στον τομέα της έρευνας έχουν γίνει με τα δέκα νέα κράτη-μέλη της ΕΕ, τις τρεις υποψήφιες χώρες και τις χώρες του Ενιαίου Οικονομικού Χώρου (Νορβηγία, Ισλανδία, Λιχτενστάϊν, Ελβετία). 

Σε σύντομη ομιλία του με την ευκαιρία της υπογραφής της συμφωνίας, ο Έλληνας υπουργός Ανάπτυξης τόνισε, ότι 'με τη συμφωνία αυτή επιτυγχάνεται η πλήρης σύνδεση του ερευνητικού και τεχνολογικού δυναμικού του Ισραήλ με το 6ο Πρόγραμμα-Πλαίσιο της ΕΕ'. Ο Α. Τσοχατζόπουλος επισήμανε ότι το Ισραήλ πρωτοπορεί στην έρευνα και την τεχνολογία και ότι χρηματοδοτεί την έρευνα και ανάπτυξη με κονδύλια υψηλότερα του μέσου όρου της ΕΕ. Συγκεκριμένα, το ποσοστό του ΑΕΠ που το Ισραήλ επενδύει στην έρευνα ανέρχεται στο 3%, ποσοστό που για την ΕΕ αποτελεί στόχο, που θα πρέπει, σύμφωνα με την απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της Βαρκελώνης, να επιτευχθεί έως το 2010. Τέλος, αναφέρθηκε, επίσης, στο ιστορικό της επιστημονικής και τεχνολογικής συνεργασίας μεταξύ της ΕΕ και του Ισραήλ, που έχει ξεκινήσει από το 1975, και στη διεύρυνση μετά το 1983 της συνεργασίας αυτής με την υλοποίηση κοινών συγχρηματοδοτούμενων προγραμμάτων στον τομέα της επιστήμης υλικών, των οπτικοηλεκτρονικών και σε άλλους τομείς. 

Ο Α. Τσοχατζόπουλος τόνισε ότι η συνεργασία μεταξύ ΕΕ και Ισραήλ στο χώρο της έρευνας υλοποιήθηκε με ολοκληρωμένο τρόπο σε όλα τα προγράμματα μη πυρηνικής έρευνας του 4ου Προγράμματος Πλαισίου από το 1996, ενώ το 1999 υπεγράφη και η συμφωνία σύνδεσης με το 5ο Πρόγραμμα Πλαίσιο, που απέφερε πολύ ικανοποιητικά αποτελέσματα και για τις δύο πλευρές . Επίσης, επισήμανε ότι η συνεργασία με το Ισραήλ ήταν πολύ αποδοτική και για τις δύο πλευρές και εξέφρασε τη βεβαιότητα ότι θα συνεχιστεί στην ίδια κατεύθυνση, καθώς ερευνητικοί φορείς του Ισραήλ είχαν πολύ αξιόλογη συμμετοχή στα προγράμματα έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης της Κοινότητας, ενώ οι ισραηλινές αρχές άνοιξαν τα προγράμματά τους και στους Ευρωπαίους ερευνητές. 

Εξάλλου, ο υπουργός Ανάπτυξης τόνισε ότι η υπογραφή της συμφωνίας αυτής θα πρέπει να θεωρείται ως ένα ακόμα θετικό βήμα στο ευρύτερο πλαίσιο ανάπτυξης των σχέσεων μεταξύ Ισραήλ και ΕΕ, τη στιγμή μάλιστα που η ΕΕ κάνει συνεχείς προσπάθειες για να ενισχύσει την ειρηνευτική διαδικασία στη Μ. Ανατολή, καθώς η προοπτική για ένα μέλλον χωρίς φόβο αποτελεί ευχή όλων των πλευρών και ιδιαίτερα των επιστημόνων που εργάζονται σε ένα διεθνές περιβάλλον. 

Καταλήγοντας, ο κ. Τσοχατζόπουλος ανέφερε ότι, μετά την υπογραφή της Συμφωνίας Επιστημονικής και Τεχνολογικής Συνεργασίας με το Ισραήλ, η πρωτοβουλία της Ελληνικής Προεδρίας θα συνεχιστεί με την υπογραφή αντίστοιχων συμφωνιών μεταξύ ΕΕ και Αιγύπτου, Μαρόκου και Τυνησίας, στο περιθώριο της Ατυπης Υπουργικής Διάσκεψης των Υπουργών Έρευνας, που θα πραγματοποιηθεί στη Θεσσαλονίκη στις 27 και 28 Ιουνίου 2003. Κατά τη διάρκεια της Διάσκεψης, μάλιστα, θεωρείται πολύ πιθανή και η υπογραφή αντίστοιχης συμφωνίας συνεργασίας μεταξύ ΕΕ και Ρωσίας.