Η ποιοτική έρευνα είναι αποτέλεσμα σκληρής δουλειάς προικισμένων ανθρώπων

Νικόλας Παραγυιός

Καθηγητή, Τμήμα Εφαρμοσμένων Μαθηματικών, Εcole Centrale de Paris

Τεύχος 66 | Μάιος-Ιούν. 2008

Interview

Η ερευνητική δραστηριότητα του Νικόλαου Παραγυιού επικεντρώνεται στην ανάπτυξη τεχνητής όρασης, ικανής να επεξεργάζεται και να αναλύει συγκεκριμένες οπτικές πληροφορίες, με στόχο την αναπαραγωγή του ανθρώπινου συστήματος όρασης μέσω ηλεκτρονικών υπολογιστών. Είναι ένας από τους πέντε νέους Έλληνες επιστήμονες που τιμήθηκαν με τα φετινά Επιστημονικά Βραβεία του Ιδρύματος Μποδοσάκη. Στη συνέντευξη που παραχώρησε στον ελληνικό κόμβο της CORDIS μιλά για το ερευνητικό του έργο, για τη σχέση έρευνας και βιομηχανίας και για τις προοπτικές βελτίωσης των συνθηκών για τους νέους ερευνητές στην Ελλάδα. Επισημαίνει πως σημαντική διαφορά μεταξύ Ευρώπης και Αμερικής είναι ότι στην Αμερική, η εξέλιξη και η καταξίωση γίνονται μέσω του άκρως ανταγωνιστικού συστήματος, ενώ στην Ευρώπη αυτό γίνεται κυρίως εξαιτίας τις επιθυμίας και των πρωτοβουλιών του ίδιου του ερευνητή.

Πού εστιάζει η έρευνά σας; Ποια είναι τα καινοτόμα στοιχεία της προσέγγισής σας;

Οι ερευνητικές μας δραστηριότητες συνδυάζουν τα εφαρμοσμένα μαθηματικά, την επιστήμη υπολογιστών, την ιατρική και την βιολογία. Ο στόχος είναι η εισαγωγή κατάλληλων μαθηματικών μοντέλων με σκοπό την αναπαραγωγή και τη βελτίωση του ανθρώπινου συστήματος όρασης μέσω ηλεκτρονικών υπολογιστών. Η ιδέα τις δημιουργίας τέτοιων μοντέλων δεν είναι καινούργια και πολλή ερευνητική δουλειά έχει γίνει τις τελευταίες τρεις δεκαετίες, δίνοντας συνήθως λύση καθαρά μαθηματική. Παίρνοντας υπόψη τη βιολογία και την ιατρική, τα μοντέλα μας γίνονται πιο ρεαλιστικά αφενός, χρησιμοποιούν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τους περιορισμούς, τις πληροφορίες από το περιβάλλον και αφετέρου προσομοιώνουν καλύτερα το ανθρώπινο σύστημα όρασης.

Τα αποτελέσματα του ερευνητικού σας έργου έχουν βρει πρακτική εφαρμογή σε τεχνολογίες όπως η αξονική και η μαγνητική τομογραφία. Πόσο βοήθησε την έρευνά σας η διασύνδεση με τη βιομηχανία; Ποια μέτρα πιστεύετε ότι πρέπει να ληφθούν ώστε να ενταθεί η σχέση έρευνας και βιομηχανίας στην Ελλάδα και γενικότερα σε ευρωπαϊκό επίπεδο;

Η μηχανική ή τεχνητή όραση είναι ακόμα ένας ερευνητικός κλάδος σε εμβρυϊκό στάδιο. Οι εφαρμογές της είναι εφικτές και υπαρκτές σε τομείς όπου η γνώση από το περιβάλλον μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να περιορίσει τις δυνατές λύσεις. Η ιατρική είναι ένα παράδειγμα όπου η δημιουργία των κατάλληλων μοντέλων γίνεται εφικτή λόγω της ύπαρξης περιορισμών από την ανατομία. Στην Ελλάδα, όσο και στην Ευρώπη, η βιομηχανία δεν είναι και τόσο θετική στην ιδέα χρηματοδότησης της πανεπιστημιακής έρευνας, ενώ ταυτόχρονα η έννοια τις εφαρμοσμένης έρευνας είναι αρκετά παρεξηγημένη από τους ερευνητές.

Στην Αμερική ένας από τους κύριους χρηματοδότες τις έρευνας είναι η βιομηχανία, ενώ παράλληλα τα πανεπιστήμια ενθαρρύνουν την κατάθεση διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας όπως και τη δημιουργία εταιρειών για την αξιοποίηση των ερευνητικών αποτελεσμάτων. Κάτι τέτοιο δημιουργεί μια δυναμική όπου αφενός η βιομηχανία μένει άκρως ανταγωνιστική μέσω των ερευνητικών καινοτομιών και αφετέρου οι νέες τεχνολογίες διαδίδονται πιο εύκολα και συνεισφέρουν στη δημιουργία θέσεων εργασίας.

Η έρευνά σας αφορά, μεταξύ άλλων, και την επικοινωνία μεταξύ ανθρώπου και μηχανής. Ποιες είναι οι δυσκολίες που καλείστε να ξεπεράσετε προκειμένου να επιτευχθεί κάτι τέτοιο; Πώς πιστεύετε ότι μπορεί να επιτευχθεί η βέλτιστη συνεργασία ανθρώπινης και τεχνητής νοημοσύνης;

Το πιο απλό μαθηματικό μοντέλο για το ανθρώπινο χέρι έχει 26 παραμέτρους (θέση του χεριού, θέσεις των δακτύλων, γωνίες μεταξύ των τμημάτων των δακτύλων, κ.λπ.). Η εκτίμηση αυτών των παραμέτρων από μια δισδιάστατη εικόνα είναι κάτι πολύ περίπλοκο λόγω τις δυσαναλογίας μεταξύ τις πολυπλοκότητας του μοντέλου και των διαθέσιμων παρατηρήσεων. Το ίδιο ακριβώς πρόβλημα μπορεί να λυθεί με προφανή τρόπο από ένα παιδί 10-12 χρόνων. Η κατανόηση του τρόπου με τον οποίο ο άνθρωπος μοντελοποιεί στον εγκέφαλο τα προβλήματα όρασης, είναι η καλύτερη δυνατή απάντηση στη βέλτιστη συνεργασία μεταξύ ανθρώπινης και τεχνητής νοημοσύνης. Κάποιες διεργασίες εκτελούνται βέλτιστα από τον ανθρώπινο εγκέφαλο, ενώ σε κάποιες άλλες οι επιδόσεις του δεν είναι και τόσο καλές. Στην πρώτη περίπτωση λοιπόν, η μηχανή πρέπει να μιλάει στον άνθρωπο στην οπτική γλώσσα που καταλαβαίνει, ενώ στη δεύτερη η μηχανή θα πρέπει να είναι ικανή να λύσει το πρόβλημα με βάση τη δική της τεχνητή νοημοσύνη και στη συνέχεια να μεταφράσει τη λύση του προβλήματος στην οπτική γλώσσα που καταλαβαίνει ο άνθρωπος.

Ποιες είναι οι συνθήκες για έναν νέο ερευνητή στην Ελλάδα και στο εξωτερικό; Ποια βήματα νομίζετε ότι είναι αναγκαίο να γίνουν ώστε να βελτιωθούν αυτές οι συνθήκες στην Ελλάδα;

Θα έλεγα ότι υπάρχει μια σημαντική διαφορά μεταξύ Ευρώπης (κατά μέσο όρο) και Αμερικής. Στην Αμερική, η εξέλιξη και η καταξίωση γίνονται μέσω του άκρως ανταγωνιστικού συστήματος, ενώ στην Ευρώπη αυτό γίνεται κυρίως εξαιτίας τις επιθυμίας και των πρωτοβουλιών του ίδιου του ερευνητή. Συγκρίνοντας το γαλλικό με το ελληνικό μοντέλο δεν μπορεί κανείς να βρει τεράστιες διαφορές, τουλάχιστον στην αρχή της καριέρας. Και στις δυο περιπτώσεις η χρηματοδότηση της έρευνας δεν είναι και τόσο σημαντική, ενώ οι συνθήκες εργασίας και οι υποδομές είναι αρκετά ελλιπείς. Σε αντίθεση όμως με το γαλλικά μοντέλο, όπου τα πράγματα βελτιώνονται αρκετά όσο κανείς εξελίσσεται, πιστεύω ότι στην Ελλάδα η κατάσταση παραμένει στάσιμη.

Με σιγουριά μπορώ να πω ότι οι ερευνητικοί πόροι δεν είναι αρκετοί, και δεν θα είναι ποτέ αρκετοί λόγω της συνεχούς διόγκωσης του πανεπιστημιακού συστήματος στην Ελλάδα με μη επιστημονικά κριτήρια. Προσωπικά πιστεύω ότι η ποιοτική έρευνα είναι αποτέλεσμα σκληρής δουλειάς προικισμένων ανθρώπων, κάτι που δυστυχώς δεν είναι η φιλοσοφία ούτε του γαλλικού ούτε του ελληνικού μοντέλου, όπου οι υπάρχοντες πόροι κατακερματίζονται σε άπειρα κομμάτια προς ικανοποίηση του διογκωμένου πανεπιστημιακού χώρου, αντί να συγκεντρώνονται και να διανέμονται σε ικανούς ανθρώπους που μπορούν να κάνουν τη διαφορά. Προς αυτή την κατεύθυνση, πιστεύω ότι η δημιουργία ενός ανεξάρτητου ιδρύματος ερευνών με σταθερό και κατά προτίμηση αυξανόμενου προϋπολογισμού είναι απαραίτητη, όπως είναι και η χρηματοδότηση προτάσεων μέσω ανταγωνιστικών προγραμμάτων και διεθνών αξιολογήσεων.

Επίσης πρέπει να δοθούν στους ερευνητές κίνητρα (οικονομικά ή άλλου είδους), μια και το σημερινό μοντέλο δεν είμαι σίγουρος ότι αναγνωρίζει τη διαφορά ενός εξέχοντα και διεθνώς αναγνωρισμένου καθηγητή από κάποιον άλλο που βρίσκεται στην ίδια βαθμίδα αλλά έχει σημαντικά μικρότερο επιστημονικό βάρος. Σε κάθε περίπτωση, η Ελλάδα έχει την τύχη αφενός να προσελκύει, κυρίως για προσωπικούς λόγους, εξέχοντες Έλληνες ερευνητές του εξωτερικού καθώς και να δημιουργεί νέους. Ένα μεγάλο ποσοστό εξακολουθεί να κάνει εξαιρετική δουλειά λόγω τις επιμονής τους, παρά τα όποια προβλήματα του συστήματος. Πιστεύω ότι η αξιοποίηση αυτού του υλικού μέσω καλύτερης οργάνωσης μπορεί να κάνει τη διαφορά.

http://cordis.europa.eu/greece/el/interviews_new46.htm